Δραστικές αλλαγές σε όλο το φάσμα των επιδοτήσεων και των Προγραμμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης από το νέο χάρτη των περιοχών με φυσικά μειονεκτήματα.
Επιπλέον 2.500 ευρώ στους Νέους Αγρότες, συν 10%-20% στην επιδότηση των Σχεδίων Βελτίωσης και Αρδευτικών Συστηµά
των, εξασφάλιση µορίων προτεραιότητας δικαιούχων σε Βιολογική Γεωργία και επενδύσεις Αντιχαλαζικών και κατά 200 ευρώ µεγαλύτερο στρεµµατικό πριµ στα προγράµµατα αναδιάρθρωσης αµπελώνων. Όλες οι παραπάνω προβλέψεις ισχύουν για αγρότες που διαθέτουν τις εκµεταλλεύσεις τους σε περιοχές µε φυσικά µειονεκτήµατα. Παρότι λοιπόν οι περισσότεροι εστίασαν στην τύχη της εξισωτικής αποζηµίωσης, το ερχόµενο διάστηµα και ιδιαίτερα από τη νέα προγραµµατική περίοδο θα αρχίσουν να φαίνονται οι ουσιαστικές ανακατατάξεις που θα επιφέρει ο νέος χάρτης µειονεκτικών περιοχών που µπήκε σε ισχύ το 2019 στην εξέλιξη της αγροτικής παραγωγής, των επενδυτικών πρωτοβουλιών και σε όλο το φάσµα των αγροτικών επιδοτήσεων. Για παράδειγµα, στην επικείµενη πρόσκληση για τα Αρδευτικά Συστήµατα (Μέτρο 4.1.2) ένας αγρότης στην Αιτωλοακαρνανία από µία ∆ηµοτική Κοινότητα (π.χ Αγίου Νικολάου, Βυρίου κ.λπ) που πλέον έφυγε από το χάρτη των µειονεκτικών, για να φτιάξει ένα αντλιοστάσιο αντί να λάβει επιδότηση στο 60% του κόστους θα υπολογίζει ενίσχυση 50%. Αυτή η διαφορά σε ένα έργο των 100.000 ευρώ, είναι 10.000, ικανή µε βάση και το οικονοµικό προφίλ του αγρότη να ακυρώσει την επένδυση. Αντίστοιχα, κάποιος αγρότης σε µία νεο-ενταγµένη περιοχή, όπως για παράδειγµα στην Αγιά Λάρισας (Κοινότητες Γερακαρίου, ∆ήµητρας, Μαρµαρίνης ) σε ένα νέο πρόγραµµα Βιολογικής Γεωργίας θα έχει προτεραιότητα ένταξης, και αν ληφθεί υπόψη η ζήτηση που υπάρχει για τέτοια µέτρα, είναι κάτι σηµαντικό και ξεχωρίζει το ποιος θα εξασφαλίσει ένα πολύτιµο πριµ 5ετούς διάρκειας. Τέτοια παραδείγµατα µπορούν να εξαχθούν πολλά, λαµβάνοντας υπόψη πως από τις µειονεκτικές περιοχές και τις περιοχές µε ειδικά µειονεκτήµατα έχουν αφαιρεθεί τουλάχιστον 2 εκατ. στρέµµατα αγροτικής γης. Ενώ, αντίστοιχα, ένας αριθµός εκτάσεων έλαβε τον χαρακτηρισµό της µειονεκτικής περιοχής και σε µελλοντικά διαρθρωτικά προγράµµατα θα έχει το πάνω χέρι στη διεκδίκηση των κοινοτικών ενισχύσεων, εκτός της εξισωτικής φυσικά που την έχει εξασφαλισµένη.
Τα δύο φίλτρα που όρισαν τον νέο χάρτη
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει λοιπόν η αναπροσαρµογή του χάρτη που είχε να τροποποιηθεί από το 1985 µαζί µε την έκθεση που τη συνοδεύει που βγήκαν στο φως της δηµοσιότητας από τις διαχειριστικές αρχές µέσα στον Ιούνιο. Εκεί αποτυπώνεται µε σαφήνεια ο αριθµός των στρεµµάτων που πλέον εντάσσονται στις µειονεκτικές περιοχές ή σε περιοχές µε ειδικά µειονεκτήµατα:
-Με φυσικά µειονεκτήµατα: 12.693.410 στρέµµατα (πρώην ορισµός) έναντι 11.045.750 στρέµµατα µε το νέο ορισµό.
-Με ειδικά µειονεκτήµατα 2.488.150 στρέµµατα αγροτικής γης (πρώην ορισµός) έναντι 2.039.340 στρέµµατα µε το νέο ορισµό.
Διαβάστε επίσης: Πλήρη δικαιώματα με κληρονομική διαδοχή και ειδικό πριμ για 35άρηδες εισηγούνται έμπειροι τεχνοκράτες
Ουσιαστικά για τον αποκλεισµό των στρεµµάτων ακολουθήθηκαν δύο επίπεδα φιλτραρίσµατος. Το πρώτο είχε να κάνει µε τις αρδευτικές εκτάσεις. Συγκεκριµένα υπολογίστηκε πως η αγροτική γη που επηρεάζεται από ξηρασία αριθµεί 18 εκατ. στρέµµατα. Εξ αυτών, τα 8,6 εκατ. αρδεύονται, ως εκ τούτου µένουν 10 εκατ. που συνεχίζουν να επηρεάζονται από ξηρασία. Σε αυτά προστίθενται 4 εκατ. στρέµµατα τα οποία αντιµετωπίζουν φυσικά µειονεκτήµατα και πέρα της ξηρασίας, οπότε µένει µία έκταση 14 εκατ. στρεµµάτων για να οριστούν περιοχές µε µειονεκτήµατα. Η συγκεκριµένη έκταση πέρασε το δεύτερο φίλτρο της οικονοµικής απόδοσης των εκµεταλλεύσεων όπου αποκλείστηκαν περιοχές που παρατηρείται τυπική απόδοση εκµεταλλεύσεων πάνω από το 80% του Μέσου Όρου, δηλαδή πάνω από 138 ευρώ ανά στρέµµα. Έτσι, οι µελετητές κατέληξαν στο τελικό νούµερο των 11 εκατ. στρεµµάτων.
∆ιαφορά 33,6 ευρώ το στρέµµα στο εισόδηµα
Ενδιαφέρον έχουν και οι διαφορές που καταγράφονται στα κόστη (συνολικές εισροές) και τα έσοδα (συνολικές εκροές) που καταγράφονται µεταξύ των περιοχών. Συγκεκριµένα, στις µειονεκτικές περιοχές σε ορεινές εκτάσεις καταγράφονται έσοδα 240 ευρώ το στρέµµα και έξοδα 165 ευρώ το στρέµµα και το αξιοπερίεργο είναι πως οι µετρήσεις στις µειονεκτικές περιοχές που δεν βρίσκονται σε ορεινές εκτάσεις δείχνουν 228 και 178 ευρώ ανά στρέµµα αντίστοιχα. Τώρα, σε εκτάσεις που δεν θεωρούνται µε φυσικά µειονεκτήµατα, υπολογίστηκαν εισροές 239 ευρώ το στρέµµα και εκροές 323 ευρώ το στρέµµα. ∆ηλαδή, µιλάµε για µία διαφορά στα καθαρά κέρδη (έσοδα-έξοδα) 33,6 ευρώ το στρέµµα µεταξύ κανονικών περιοχών και µη ορεινών περιοχών περιοχών µε µειονεκτήµατα.
Ο καθορισµός του ποσού της εξισωτικής
Κατά µέσο όρο υπολογίστηκε πως για τις περιοχές χωρίς µειονεκτήµατα, η καθαρή µέση τυπική απόδοση είναι 34,7 ευρώ ανά στρέµµα και στις περιοχές µε µειονεκτήµατα στα 26,6 ευρώ ανά στρέµµα και ως εκ τούτου καθορίστηκε το ποσό της εξισωτικής αποζηµίωσης στα 8,1 ευρώ το στρέµµα.
Το συγκεκριµένο ποσό πάντως αναµένεται και πρέπει να αναθεωρηθεί, σύµφωνα µε την έκθεση, που αναφέρει ότι: «Τέλος, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι αυτό το προκαταρκτικό επίπεδο αποζηµίωσης µπορεί να χρησιµοποιηθεί έως ότου υπάρξουν συγκεκριµένα δεδοµένα σχετικά µε το καθαρό εισόδηµα της εκµετάλλευσης για Τυπικές ∆ιοικητικές Μονάδες µε φυσικούς ή ειδικούς περιορισµούς». Αξίζει να σηµειωθεί εδώ πως στη νέα ΚΑΠ δίνεται η δυνατότητα στα κράτη-µέλη να αλλάξουν ξανά τον χάρτη των µειονεκτικών περιοχών.
Το άρθρο φιλοξενήθηκε στην εφημερίδα Agrenda που κυκλοφόρησε το Σάββατο 4 Ιουλίου μαζί με το περιοδικό Profi