Πέμπτη 5 Μαρτίου 2020

Η 8η Μάρτη, τα «ψηφίσματα» και λοιπά αστικά ιδεολογήματα

Η 8η Μάρτη, τα «ψηφίσματα» και λοιπά αστικά ιδεολογήματα
Με αφορμή το ψήφισμα της πλειοψηφίας του ΠΕ.ΣΥ. Πελοποννήσου για την παγκόσμια μέρα της Γυναίκας αλλά και το ψήφισμα της ίδιας πλειοψηφίας για παράταση του ωραρίου και δουλειά την Κυριακή με ανοιχτά μαγαζιά, εν’ όψη «Μαραθωνίου», στο Ναύπλιο, προέκυψαν ερωτήματα…

 Μπορεί να αναβλήθηκε προσωρινά ο «Μαραθώνιος», αλλά αντίστοιχα ψηφίσματα θα επανέλθουν όπως υπήρξαν και στο παρελθόν με άλλους «Μαραθώνιους», «Λευκές «Νύχτες» και «Μαύρες Παρασκευές», όπου περιφέρεια και δήμοι ανοίγουν το δρόμο για την επέκταση του εργάσιμου χρόνου αρχι
κά στους εμποροϋπαλλήλους και στους αυτοαπασχολούμενους.

Διαβάζοντας λοιπόν τα δυο ψηφίσματα και συγκρίνοντας τα, το πρώτο αίσθημα που νοιώθει κανείς είναι η ξεχειλίζουσα υποκρισία της πλειοψηφίας των Περιφερειακών Συμβούλων, όπου απ’ τη μία κόπτονται για τα δικαιώματα της Γυναίκας και μάλιστα τις καλούν να συμμετέχουν στην Φεμινιστική απεργία της Παρασκευής, αλλά από την άλλη, επιβάλλουν τη δουλειά την Κυριακή και του Σαββάτου ως αργά το βράδυ. Έτσι συμπαραστέκεται και συμπαρατάσσεται η πλειοψηφία του ΠΕ.ΣΥ. στις εργαζόμενες, στις γυναίκες του μόχθου(;)

Σε δεύτερη ανάγνωση και ίσως προσεκτικότερη, γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι το ψήφισμα που κατατέθηκε και βρήκε σύμφωνους τους Περιφ. Συμβούλους, πλην Λακεδαιμονίους, πλην Λαϊκής Συσπείρωσης δηλαδή, αποτυπώνει τις σάπιες στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ για την «ισότητα των δυο φύλων», οι οποίες υιοθετούνται απ’ όλα τα αστικά κόμματα, νεοφιλελεύθερα ή σοσιαλδημοκρατικά, ανεξάρτητα από επιμέρους διαφοροποιήσεις στο μίγμα της καπιταλιστικής διαχείρισης.

Η θεωρία της αντίθεσης και του ανταγωνισμού των δύο φύλων, που υποβόσκει όχι μόνο στο συγκεκριμένο ψήφισμα αλλά και σε διάφορα άλλα κείμενα που «παίζουν» τέτοιες μέρες στα ΜΜΕ, είναι αυτό που λέμε «μ’ ένα σμπάρο, δυο ή περισσότερα τρυγόνια»… Αρνούνται ότι το γυναικείο ζήτημα έχει τη βάση του στην βασική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας, δηλαδή αρνούνται την ταξική φύση και την κοινωνική ουσία του γυναικείου ζητήματος, επίσης, αποσυνδέουν την ταξική αντίθεση απ’ την αντίθεση φύλου. Δηλαδή, αυτή η θεωρία, από τη μια κρύβει την ταξική προέλευση και από την άλλη μεταφέρει το πεδίο πάλης από την πάλη των τάξεων στην πάλη ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα, πράγμα που τροφοδοτείται από την κοινωνική πρακτική, και αν μη τι άλλο, συμφέρει και τα αφεντικά.

Δεν είναι τυχαίο ότι η άρχουσα τάξη δείχνει φανερή συμπάθεια για τη νεοφεμινιστική κίνηση, προβάλλοντας τα συνθήματα της μέσα από τον τύπο και τα ΜΜΕ, αφού αυτή δεν θίγει τον καπιταλισμό και οι αγώνες της δεν απαιτούν αλλαγές σε επίπεδο κοινωνίας και οικονομίας.

Όλοι αυτοί, στοχεύουν στην ένταση της επίθεσης του κεφαλαίου απέναντι στα δικαιώματα των εργαζομένων συνολικά, στα καταπιεζόμενα στρώματα της πόλης και του χωριού, η οποία εξειδικεύεται σε μέτρα που επιδεινώνουν τους υλικούς όρους εργασίας και ζωής των γυναικών εργατικής λαϊκής ένταξης ή καταγωγής, όπως πχ. τα εξαντλητικά ωράρια, τα μεροκάματα ψίχουλα, η δουλειά τις Κυριακές, η ιδιωτικοποίηση υγείας και παιδείας, οι αλλαγές στην κοινωνική ασφάλιση, οι ελάχιστες θέσεις στους παιδικούς σταθμούς, η παντελής έλλειψη ελεύθερου χρόνου κ.ά.

Αλήθεια ποιος κερδίζει απ’ τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών ή αντίστοιχα από την υποτιθέμενη «ισότητα» των δυο φύλων; Σε όλες τις περιπτώσεις στον καπιταλισμό, τα ταμεία των μονοπωλίων και της εργοδοσίας θησαυρίζουν από τη διαφορά αμοιβής ανδρών –γυναικών, από την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών, από την κατάργηση της προστασίας της μητρότητας, από την μη απομάκρυνση των γυναικών από τη νυχτερινή εργασία, από βαριές και ανθυγιεινές εργασίες κλπ.

Θέλουν το γυναικείο κίνημα να είναι αποπροσανατολισμένο, αταξικό, με «απεργίες στο σπίτι» που προβάλλουν την καλύτερη κατανομή των υποχρεώσεων στο σπίτι και την οικογένεια, ως λύση ατομική και όχι με διεκδίκηση δημόσιων και δωρεάν υποδομών και υπηρεσιών για την φροντίδα της οικογένειας, των ηλικιωμένων κλπ. Θέλουν γυναικείο κίνημα με αναπαλαιωμένες απόψεις όπου οι νέες γυναίκες να βλέπουν ως εχθρό τον φίλο, τον πατέρα, τον συνάδελφο, για να μπορούν να ξεπλύνουν τις πολιτικές που μας καταδικάζουν στην καταπίεση και την εκμετάλλευση. Γιατί μας θέλουν απομονωμένους και διασπασμένους. Είναι οι ίδιοι, που τάχα κόπτονται για τον πόλεμο και τις γυναίκες πρόσφυγες και μετανάστριες και λένε «όχι στους πολέμους, η πρόληψη και ειρηνική διπλωματία είναι απαραίτητα...», αλλά δεν βγάζουν άχνα για το ΝΑΤΟ και στους λόγους για τους οποίους όχι μόνο δεν είναι παράγοντας ασφάλειας για τον ελληνικό λαό και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, αλλά μετατρέπει το λαό μας σε στόχο πάνω στην κλιμάκωση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, για τη συμμετοχή της χώρας στο μακέλεμα άλλων λαών, με ευθύνες κυβέρνησης ΝΔ, όπως και της προηγούμενης, του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στην υπογραφή και εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, που εγκληματεί σε βάρος των νησιωτών και οδηγεί στον εγκλωβισμό των χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών.

Άρα τελικά, τα ερωτήματα που προέκυψαν απαντιούνται από την ίδια τη ζωή. Είναι «μια χαρά» συνεπής, με τα λεγόμενα και τις πράξεις τους. Συνειδητά αποσιωπούν τις ανισότητες της εκμεταλλευτικής κοινωνίας και επιδιώκουν οι γυναίκες τις εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, να υιοθετήσουν την προπαγάνδα των αστών.

Το πρόβλημα της γυναικείας ανισοτιμίας έχει τη ρίζα του στην κοινωνία, στον ταξικό χαρακτήρα της και στην ουσία του ερωτήματος «Σε ποιον ανήκει ο κόσμος», που κάθε άλλο από άλυτο είναι αυτό το πρόβλημα. Η καταπίεση της γυναίκας δεν προηγείται της ταξικής καταπίεσης αλλά αναπτύχθηκε μαζί της, με την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας στα Μέσα Παραγωγής και την ταξική διαφοροποίηση της κοινωνίας. Υπάρχει μια αμοιβαία αλληλεπίδραση ανάμεσα στην καταπίεση με βάση την τάξη και στην καταπίεση με βάση το φύλο.

Εκεί που οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός, επιβεβαιώθηκε, πως μόνο με την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο μπορεί η Γυναίκα να απαλλαγεί πραγματικά από την διπλή σκλαβιά της τάξης και του φύλου. Σχεδόν έναν αιώνα πριν, ήταν λυμένα μια σειρά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες γυναίκες σήμερα, όπως η φροντίδα του νοικοκυριού, των παιδιών και των ηλικιωμένων, η συμμετοχή στα όργανα εξουσίας, ο ελεύθερος χρόνος για άθληση και πολιτισμό, κ.α. όλα αυτά αντιμετωπίζονταν κοινωνικά και δεν αποτελούσαν ατομική λύση. Ήταν μέλημα της κοινωνίας που είχε στο επίκεντρο της τον άνθρωπο και τις ανάγκες του και όχι το κέρδος.

Σήμερα, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις, επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης για την γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου με ταυτόχρονη άνοδο του βιοτικού επιπέδου, μέσω αυξήσεων στους μισθούς και αυτό είναι ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟ! Μπορεί να ικανοποιηθεί η ανάγκη της γυναίκας στην πραγματικά ελεύθερη, δημιουργική αξιοποίηση του μη εργάσιμου χρόνου σε κάθε πεδίο των ενδιαφερόντων της, στη σχέση με το παιδί, την οικογένεια, μέσα από την ανάπτυξη ενός ενιαίου δικτύου αποκλειστικά κρατικών και δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών για υγεία, παιδεία, πρόνοια, αθλητισμό και πολιτισμό.

Εμπόδιο σε όλα αυτά, αποτελεί η οργάνωση της παραγωγής με κίνητρο το καπιταλιστικό κέρδος. Για να γκρεμίσουμε αυτό το εμπόδιο θέλει δυνατό εργατικό-λαϊκό κίνημα, με οργάνωση γυναικών και ανδρών στους χώρους δουλειάς, στα σωματεία και στους συλλόγους, να κηρύξουμε το δικό μας πόλεμο σ’ αυτούς που σπέρνουν τους πολέμους και την προσφυγιά, με προσανατολισμό τα συμφέροντα των πολλών και αγώνα ενάντια στα μονοπώλια που παρασιτούν και μας στερούν όλα όσα εμείς παράγουμε!

Δεν εξαντλούμε την διαμαρτυρία, την αγωνιστικότητα μας σε μια μέρα το χρόνο. Συνεχίζουμε, δίνουμε όλες τις μάχες μέχρι την τελική νίκη. «Οι κυρίαρχες τάξεις ας τρέμουν μπροστά στην κομμουνιστική επανάσταση! Οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν τίποτα άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους. Αλλά θα κερδίσουν τον κόσμο ολόκληρο»

Μ.Καλαϊτζή – Μέλος Ε.Π. Πελοποννήσου και Τ.Ε. Αργολίδας του ΚΚΕ