Τουρισμός: O στρατηγικός παράγοντας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας
Του Παναγιώτη Ψυχογυιού
Ο τουρισμός αποτελεί μία από τις σημαντικότερες, αν όχι την σημαντικότερη οικονομική δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο.Με βάση τα στοιχεία, τα τελευταία τριάντα χρόνια ο παγκόσμιος τουρισμός αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό από το παγκόσμιο ΑΕΠ, ενώ προβλέπεται ότι το 2020 οι αφίξεις παγκοσμίως θα ξεπεράσουν τα 1,7 δις, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης το 4,3%. Στην Ευρώπη, οι αφίξεις θα ξεπεράσουν τα 717 εκατομμύρια.
Οι αριθμοί αυτοί ενισχύουν την άποψη ότι ο τουρισμός θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, παρά τις όποιες βραχυχρόνιες διακυμάνσεις που παρουσιάζει, πιο γρήγορα μάλιστα από την παγκόσμια οικονομία.
Για τη χώρα μας, που δέχεται το 1/3 των τουριστών της Ευρώπης, ποσοστό που αυξάνεται ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μέσα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, η Ελλάδα πρέπει να καταλάβει κυρίαρχη θέση, αξιοποιώντας τα μοναδικά συγκριτικά της πλεονεκτήματα που πηγάζουν κυρίως από την γεωγραφική της θέση και το πλούσιο φυσικό και πολιτιστικό της περιβάλλον. Επιπρόσθετα και ειδικά όταν συζητάμε για το νέο μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης και την οριστική έξοδο της χώρας απ την κρίση δεν μπορούμε να παραβλέπουμε το γεγονός ότι συμμετοχή του τουριστικού τομέα στη διαμόρφωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος, ξεπέρασε τις τελευταίες δύο χρονιές το 10%.ενώ αν συνυπολογίσει κανείς τα έμμεσα πολλαπλασιαστικά οφέλη από τη δραστηριότητα επιχειρήσεων δραστηριοποιούμενων παράλληλα, με τις μεταφορές, την εστίαση, την αναψυχή, τη διασκέδαση κλπ, το ποσοστό επί του ΑΕΠ προσεγγίζει το 25%.
Ο ελληνικός τουρισμός εκ των πραγμάτων λοιπόν είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας και πάνω σ αυτή την πραγματικότητα, χωρίς γενικολογίες αλλά με πρακτικές λύσεις, όλοι μας θα είναι χρήσιμο να διατυπώσουμε ιδέες και προτάσεις για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας μας, εκμεταλλευόμενοι ακόμα καλύτερα αυτόν τον βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. Αναπτύσσοντας τον τουρισμό και ιδιαίτερα τον εισερχόμενο τουρισμό, η Ελλάδα μπορεί να ξεπεράσει την ύφεση, να περάσει στην ανάπτυξη και να δημιουργήσει νέες βιώσιμες θέσεις εργασίας.
Το μεγάλο στοίχημα για τον τουρισμό του μέλλοντος στη χώρα θα πρέπει να εμπεριέχει συγκεκριμένες τομές που θα προσφέρουν την απαραίτητη ώθηση στο τουριστικό μας προϊόν.
Το πρότυπο του μαζικού οργανωμένου τουρισμού που ακολουθεί η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες ταυτίζεται με τη μικρή τουριστική περίοδο και τα συνακόλουθα προβλήματά της, όπως την εξαρτησιακή σύνδεση με συγκεκριμένες ευρωπαϊκές αγορές, τη «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού σε βάρος άλλων κλάδων της τοπικής οικονομίας. Η μαζική ζήτηση για τις υπηρεσίες και υποδομές αυτού του προτύπου οδήγησε σταδιακά στην υποβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Το μεγάλο στοίχημα της μετάβασης στη νέα εποχή, θα είναι η ανάδειξη της πολυθεματικότητας του ελληνικού τουρισμού, που θα επιφέρει πολλαπλά οφέλη, με την τόνωση στις τοπικές εκείνες κοινωνίες όπου μπορεί να καλλιεργηθούν διάφορες μορφές τουρισμού που θα προεκτείνουν την τουριστική περίοδο(περιπατητικός τουρισμός, ιατρικός & ιαματικός τουρισμός, εκκλησιαστικός τουρισμός, αγροτουρισμός, συνεδριακός τουρισμός και πολλά άλλα).
Η γεωγραφική διασπορά της προσφοράς του τουρισμού, ώστε να ανατραπεί το σημερινό αρνητικό φαινόμενο της χωρικής υπερσυγκέντρωσης σε έναν σχετικά μικρό αριθμό νησιωτικών και παράκτιων περιοχών είναι η τρίτη προϋπόθεση. Στις περιοχές αυτές τα περιβαλλοντικά προβλήματα, το υψηλό κόστος υποδομών, η υποβάθμιση του τοπικού προϊόντος, ο υπερεπαγγελματισμός και τα συνακόλουθα χαμηλά εισοδήματα αποτελούν ορισμένες βασικές επιπτώσεις αυτής στης κατάστασης. Επιπλέον πολλές άλλες περιοχές της χώρας με πλούσιους τουριστικούς πόρους έχουν στερηθεί λόγω αυτής της υπερσυγκέντρωσης τα οφέλη δεκαετιών τουριστικής ανάπτυξης.
Απαραίτητη επίσης προϋπόθεση, για να στηριχθεί και να ενισχυθεί η ανοδική πορεία του ελληνικού τουρισμού, είναι η οριστική αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών που παρατηρούνται και σχετίζονται με την πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία αδειοδότησης και λειτουργίας των τουριστικών επιχειρήσεων και η προσαρμογή της υφιστάμενης τουριστικής νομοθεσίας στις σύγχρονες ανάγκες του τουριστικού προϊόντος. Επιπρόσθετα εξακολουθεί να απουσιάζει ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο για τον τουρισμό και μία ολοκληρωμένη στρατηγική για την οργάνωση, βελτίωση και ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος και την απλούστευση των διαδικασιών για την πραγματοποίηση επενδύσεων στον τουρισμό ,την βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και μεταφορών ώστε να γίνει η Ελλάδα ελκυστικός προορισμός για τουριστικές επενδύσεις.
Η αναβάθμιση και διαφοροποίηση της προσφοράς (υποδομές, υπηρεσίες, δραστηριότητες, ανθρώπινο δυναμικό, εξειδίκευση και γνώσεις) του ελληνικού τουρισμού απαιτείται επίσης άμεσα αν δεν θέλουμε να χάσουμε στο παιχνίδι του διεθνούς ανταγωνισμού, ο οποίος αυξάνεται διαρκώς και περισσότερο με νέες χώρες, νέους προορισμούς, νέα προϊόντα, χαμηλότερες τιμές.
Η επανατοποθέτηση των προτεραιοτήτων της ζήτησης και εξειδίκευση του τουριστικού μάρκετινγκ, με σκοπό την αναβάθμιση και δυναμική προβολή της «εικόνας» της χώρας με δυνατό “brand”. Η εποχή των λίγων και σταθερών αγορών και του ενός τουριστικού προϊόντος έχει δώσει τη θέση της πλέον στις πολλές και ασταθείς αγορές, τα νέα και ποικίλα καταναλωτικά κίνητρα και τα πολλά και εξειδικευμένα τουριστικά προϊόντα. Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα πρέπει να αναζητήσει πλέον νέες αγορές ή νέες ομάδες-στόχους στις ήδη υπάρχουσες, επιδιώκοντας σταθερά την αύξηση αλλά και τη βελτίωση της ποιότητας των τουριστών.
O σχεδιασμός της βιώσιμης ανάπτυξης του τουριστικού προϊόντος να μην παραμένει υπόθεση του κεντρικού κράτους και λιγότερο των ΟΤΑ. Ο ιδιωτικός τομέας και οι ΟΤΑ μαζί με τους συλλογικούς φορείς, όπως τα ξενοδοχειακά επιμελητήρια, ενώσεις ταξιδιωτικών γραφείων αλλά και συνδικαλιστικοί οργανισμοί των εργαζομένων, πρέπει να είναι ισότιμοι συμμέτοχοι στον σχεδιασμό της τοπικής οικονομίας της εκάστοτε περιφέρειας της χώρας, και κατ επέκταση βασικοί κοινωνοί του νέου σχεδίου για την τουριστική ανάπτυξη. Η «τοπικότητα» ως βασική πλέον διάσταση της ανάπτυξης του βιώσιμου τουρισμού αλλά και η ανάγκη για επιστημονικό σχεδιασμό του βιώσιμου τουρισμού, απαιτούν ουσιώδεις αλλαγές και σε αυτό το ζήτημα.
Η μετάβασή λοιπόν σ’ έναν πιο ποιοτικό, διαφοροποιημένο και πολυθεματικό τουρισμό, που ν’ απευθύνεται σε ένα κοινό με υψηλότερες απαιτήσεις, με παράλληλη αξιοποίηση των πόρων μας, φυσικών και ανθρωπογενών, πρέπει να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος στην αναπτυξιακή στρατηγική της Ελλάδας τώρα και στο μέλλον.
Σε περιόδους κρίσης, σαν αυτή που διανύουμε, οφείλουμε να ρίχνουμε βάρος στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας. Ο τουρισμός είναι ένα από αυτά. Και όταν αυτό το συνειδητοποιήσει το σύνολο των εμπλεκομένων, τ αποτελέσματα θα ναι θεαματικά.
ΨΥΧΟΓΥΙΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Οικονομολόγος
Μέλος Δ.Σ Επιμελητηρίου Αργολίδας-Πρόεδρος Επιτροπής Τουρισμού
Μέλος Πανελλαδικής Αντιπροσωπείας Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.
Για τη χώρα μας, που δέχεται το 1/3 των τουριστών της Ευρώπης, ποσοστό που αυξάνεται ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μέσα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, η Ελλάδα πρέπει να καταλάβει κυρίαρχη θέση, αξιοποιώντας τα μοναδικά συγκριτικά της πλεονεκτήματα που πηγάζουν κυρίως από την γεωγραφική της θέση και το πλούσιο φυσικό και πολιτιστικό της περιβάλλον. Επιπρόσθετα και ειδικά όταν συζητάμε για το νέο μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης και την οριστική έξοδο της χώρας απ την κρίση δεν μπορούμε να παραβλέπουμε το γεγονός ότι συμμετοχή του τουριστικού τομέα στη διαμόρφωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος, ξεπέρασε τις τελευταίες δύο χρονιές το 10%.ενώ αν συνυπολογίσει κανείς τα έμμεσα πολλαπλασιαστικά οφέλη από τη δραστηριότητα επιχειρήσεων δραστηριοποιούμενων παράλληλα, με τις μεταφορές, την εστίαση, την αναψυχή, τη διασκέδαση κλπ, το ποσοστό επί του ΑΕΠ προσεγγίζει το 25%.
Ο ελληνικός τουρισμός εκ των πραγμάτων λοιπόν είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας και πάνω σ αυτή την πραγματικότητα, χωρίς γενικολογίες αλλά με πρακτικές λύσεις, όλοι μας θα είναι χρήσιμο να διατυπώσουμε ιδέες και προτάσεις για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας μας, εκμεταλλευόμενοι ακόμα καλύτερα αυτόν τον βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. Αναπτύσσοντας τον τουρισμό και ιδιαίτερα τον εισερχόμενο τουρισμό, η Ελλάδα μπορεί να ξεπεράσει την ύφεση, να περάσει στην ανάπτυξη και να δημιουργήσει νέες βιώσιμες θέσεις εργασίας.
Το μεγάλο στοίχημα για τον τουρισμό του μέλλοντος στη χώρα θα πρέπει να εμπεριέχει συγκεκριμένες τομές που θα προσφέρουν την απαραίτητη ώθηση στο τουριστικό μας προϊόν.
Το πρότυπο του μαζικού οργανωμένου τουρισμού που ακολουθεί η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες ταυτίζεται με τη μικρή τουριστική περίοδο και τα συνακόλουθα προβλήματά της, όπως την εξαρτησιακή σύνδεση με συγκεκριμένες ευρωπαϊκές αγορές, τη «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού σε βάρος άλλων κλάδων της τοπικής οικονομίας. Η μαζική ζήτηση για τις υπηρεσίες και υποδομές αυτού του προτύπου οδήγησε σταδιακά στην υποβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Το μεγάλο στοίχημα της μετάβασης στη νέα εποχή, θα είναι η ανάδειξη της πολυθεματικότητας του ελληνικού τουρισμού, που θα επιφέρει πολλαπλά οφέλη, με την τόνωση στις τοπικές εκείνες κοινωνίες όπου μπορεί να καλλιεργηθούν διάφορες μορφές τουρισμού που θα προεκτείνουν την τουριστική περίοδο(περιπατητικός τουρισμός, ιατρικός & ιαματικός τουρισμός, εκκλησιαστικός τουρισμός, αγροτουρισμός, συνεδριακός τουρισμός και πολλά άλλα).
Η γεωγραφική διασπορά της προσφοράς του τουρισμού, ώστε να ανατραπεί το σημερινό αρνητικό φαινόμενο της χωρικής υπερσυγκέντρωσης σε έναν σχετικά μικρό αριθμό νησιωτικών και παράκτιων περιοχών είναι η τρίτη προϋπόθεση. Στις περιοχές αυτές τα περιβαλλοντικά προβλήματα, το υψηλό κόστος υποδομών, η υποβάθμιση του τοπικού προϊόντος, ο υπερεπαγγελματισμός και τα συνακόλουθα χαμηλά εισοδήματα αποτελούν ορισμένες βασικές επιπτώσεις αυτής στης κατάστασης. Επιπλέον πολλές άλλες περιοχές της χώρας με πλούσιους τουριστικούς πόρους έχουν στερηθεί λόγω αυτής της υπερσυγκέντρωσης τα οφέλη δεκαετιών τουριστικής ανάπτυξης.
Απαραίτητη επίσης προϋπόθεση, για να στηριχθεί και να ενισχυθεί η ανοδική πορεία του ελληνικού τουρισμού, είναι η οριστική αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών που παρατηρούνται και σχετίζονται με την πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία αδειοδότησης και λειτουργίας των τουριστικών επιχειρήσεων και η προσαρμογή της υφιστάμενης τουριστικής νομοθεσίας στις σύγχρονες ανάγκες του τουριστικού προϊόντος. Επιπρόσθετα εξακολουθεί να απουσιάζει ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο για τον τουρισμό και μία ολοκληρωμένη στρατηγική για την οργάνωση, βελτίωση και ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος και την απλούστευση των διαδικασιών για την πραγματοποίηση επενδύσεων στον τουρισμό ,την βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και μεταφορών ώστε να γίνει η Ελλάδα ελκυστικός προορισμός για τουριστικές επενδύσεις.
Η αναβάθμιση και διαφοροποίηση της προσφοράς (υποδομές, υπηρεσίες, δραστηριότητες, ανθρώπινο δυναμικό, εξειδίκευση και γνώσεις) του ελληνικού τουρισμού απαιτείται επίσης άμεσα αν δεν θέλουμε να χάσουμε στο παιχνίδι του διεθνούς ανταγωνισμού, ο οποίος αυξάνεται διαρκώς και περισσότερο με νέες χώρες, νέους προορισμούς, νέα προϊόντα, χαμηλότερες τιμές.
Η επανατοποθέτηση των προτεραιοτήτων της ζήτησης και εξειδίκευση του τουριστικού μάρκετινγκ, με σκοπό την αναβάθμιση και δυναμική προβολή της «εικόνας» της χώρας με δυνατό “brand”. Η εποχή των λίγων και σταθερών αγορών και του ενός τουριστικού προϊόντος έχει δώσει τη θέση της πλέον στις πολλές και ασταθείς αγορές, τα νέα και ποικίλα καταναλωτικά κίνητρα και τα πολλά και εξειδικευμένα τουριστικά προϊόντα. Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα πρέπει να αναζητήσει πλέον νέες αγορές ή νέες ομάδες-στόχους στις ήδη υπάρχουσες, επιδιώκοντας σταθερά την αύξηση αλλά και τη βελτίωση της ποιότητας των τουριστών.
O σχεδιασμός της βιώσιμης ανάπτυξης του τουριστικού προϊόντος να μην παραμένει υπόθεση του κεντρικού κράτους και λιγότερο των ΟΤΑ. Ο ιδιωτικός τομέας και οι ΟΤΑ μαζί με τους συλλογικούς φορείς, όπως τα ξενοδοχειακά επιμελητήρια, ενώσεις ταξιδιωτικών γραφείων αλλά και συνδικαλιστικοί οργανισμοί των εργαζομένων, πρέπει να είναι ισότιμοι συμμέτοχοι στον σχεδιασμό της τοπικής οικονομίας της εκάστοτε περιφέρειας της χώρας, και κατ επέκταση βασικοί κοινωνοί του νέου σχεδίου για την τουριστική ανάπτυξη. Η «τοπικότητα» ως βασική πλέον διάσταση της ανάπτυξης του βιώσιμου τουρισμού αλλά και η ανάγκη για επιστημονικό σχεδιασμό του βιώσιμου τουρισμού, απαιτούν ουσιώδεις αλλαγές και σε αυτό το ζήτημα.
Η μετάβασή λοιπόν σ’ έναν πιο ποιοτικό, διαφοροποιημένο και πολυθεματικό τουρισμό, που ν’ απευθύνεται σε ένα κοινό με υψηλότερες απαιτήσεις, με παράλληλη αξιοποίηση των πόρων μας, φυσικών και ανθρωπογενών, πρέπει να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος στην αναπτυξιακή στρατηγική της Ελλάδας τώρα και στο μέλλον.
Σε περιόδους κρίσης, σαν αυτή που διανύουμε, οφείλουμε να ρίχνουμε βάρος στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας. Ο τουρισμός είναι ένα από αυτά. Και όταν αυτό το συνειδητοποιήσει το σύνολο των εμπλεκομένων, τ αποτελέσματα θα ναι θεαματικά.
ΨΥΧΟΓΥΙΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Οικονομολόγος
Μέλος Δ.Σ Επιμελητηρίου Αργολίδας-Πρόεδρος Επιτροπής Τουρισμού
Μέλος Πανελλαδικής Αντιπροσωπείας Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.