Ανδρέας Ζαφείρης
ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ισραήλ συνεχίζουν την ακραία επιθετική τους πολιτική στη Μέση Ανατολή, θέτοντας σε άμεσο κίνδυνο γενικευμένου πολέμου, όχι μόνο την ευρύτερη περιοχή (όπου βρίσκεται και η Ελλάδα), αλλά και το πλανήτη.
Η πρόσφατη επίθεση εναντίον της Συρίας, μετά την προβοκάτσια στη Ντούμα, με εκτελεστή το κράτος-στρατηγικό εταίρο της χώρας μας, Ισραήλ αλλά και το ακραίο, ψυχροπολεμικό επικοινωνιακό σκηνικό που στήνουν τα ΜΜΕ της Δύσης, δείχνουν ότι ο ευρωατλαντισμός περνάει σε μια νέα, πιο επιθετική φάση.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, η ειρήνη για τη περιοχή και τη χώρα μας αποτελεί πλέον ένα στοίχημα. Στοίχημα, που, και ας μην έχουμε αυταπάτες γι αυτό, δεν επαρκούν οι λαϊκές κινητοποιήσεις ανά χώρα, για να κερδίσουν. Η ειρήνη στην περιοχή θα εξαρτηθεί και από την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στον Άξονα του Πολέμου ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ισραήλ, Μοναρχίες του Κόλπου) και τον Αμυντικό Άξονα Συρίας-Χεζμπολάχ-Ρωσίας-Ιράν-Παλαιστίνης.
Μερικές υπενθυμίσεις:
- Αυτή τη στιγμή βρίσκονται, σαν δυνάμεις Κατοχής, στη Συρία στρατεύματα της Τουρκίας και στρατεύματα των ΗΠΑ.
- Η Τουρκία, παραμένει χώρα του ΝΑΤΟ και έχει συνταχθεί απόλυτα με τις ΗΠΑ στον επικοινωνιακό πόλεμο των ημερών.
- Η Ελλάδα συμμετέχει άμεσα, μέσω τη βάσης στη Σούδα, στο πόλεμο.
Το ιδεολόγημα των «ενδο-ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων» στη περιοχή, έχει λειτουργήσει μέχρι τώρα απόλυτα αποπροσανατολιστικά, τόσο ως προς την εκτίμηση της κατάστασης στη περιοχή, όσο -και το πιο κρίσιμο- και στα καθήκοντα που η κατάσταση αυτή θέτει.
Στη περιοχή δεν έχει τεθεί το ζήτημα της λύσης της βασικής αντίθεσης «Κεφάλαιο-Εργασία». Αλλά το εάν θα μετατραπεί σε μια ζώνη «περιορισμένης, υπό τη Δύση, Κυριαρχίας», σε μια ζώνη οικονομικού, πολιτικού και στρατιωτικού Νεοαποικισμού.
Όπου περιφερειακές δυνάμεις θα διαγκωνίζονται, ακόμη και μέσω πολέμου, για το ρόλο του Ανθύπατου.
Η ελληνική αστική τάξη έχει επιλέξει το ρόλο της σε αυτές τις εξελίξεις.
Οι πολιτικές δυνάμεις που αναφέρονται στις δυνάμεις της εργασίας έχουν δύο επιλογές:
Είτε να συρθούν, μέσω ιδεολογημάτων, στο ρόλο της αριστερής αντιπολίτευσης εντός του ΝΑΤΟ, αρνούμενες στη πράξη να αναλάβουν τον ιστορικό ρόλο που τους αναθέτουν οι ραγδαίες εξελίξεις. Να οχυρωθούν στην ρητορική καταγγελία του πολέμου ή ακόμη και του ΝΑΤΟ (αλλά χωρίς να θέτουν τους συγκριμένους όρους μιας εφικτής ρήξης με ρεαλιστικό περιεχόμενο).
Είτε να συγκροτήσουν σχέδιο συνολικής Ρήξης και Ανατροπής, με τον ευρωατλαντισμό και την αστική τάξη της χώρας. Ως προς αυτό πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι: είναι η ίδια η δομή και η φύση της εγχώριας αστικής τάξης, που η ανατροπή της είναι διαλεκτικά δεμένη με την ρήξη με τη Δύση.
Σχέδιο, που ως μονόδρομος περνάει με την Συμμαχία με τις δυνάμεις εκείνες, που, αντικειμενικά, αντιστέκονται σήμερα στην πιο τυχοδιωκτική και επιθετική πολιτική που έχει γνωρίσει ο πλανήτης από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Είναι επιτακτική ανάγκη, στο αμέσως επόμενο διάστημα, να παρθούν πρωτοβουλίες σε αυτή τη κατεύθυνση.