«Η Αργολίδα είναι ευλογημένος τόπος”, συνηθίζει να λέει η γιαγιά μου από τότε που τη θυμάμαι, μέχρι και τώρα που είναι 90“Ό,τι και να σπείρεις, θα φυτρώσει”. Και έχει δίκιο. Οι αγρ
ότες τις περιοχής -οι γονείς μας- καλλιεργούν όλα τα εσπεριδοειδή, πολλά πυρηνόκαρπα και πολλά κηπευτικά. Έχουν καταφέρει να στηρίξουν το εισόδημά τους και τη ζωή τους πάνω σ’ αυτόν τον “ευλογημένο τόπο”.
Εμείς οι νεότεροι, πάλι, έχουμε ένα όνειρο -οι περισσότεροι νομίζω. Να τελειώσουμε τις σπουδές μας και να γυρίσουμε ξανά στον τόπο μας. Να γυρίσουμε πίσω και να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας, ο καθένας ό,τι έμαθε να κάνει εκεί που πήγε, και να προσφέρουμε στον τόπο που μεγαλώσαμε. Να προσπαθήσουμε να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα που υπάρχουν και να βελτιώσουμε τη ζωή τη δική μας και των γονιών μας.
Εσείς, όμως, κάνετε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να μας διώξετε. Δεν ξέρω αν το κάνετε συνειδητά ή κατά τύχη, πάντως το κάνετε. Επιτρέπετε να διαμορφώνονται στην περιοχή μας οι συνθήκες εκείνες που δεν μπορούν να φιλοξενήσουν, όχι άνθρωπο, αλλά ούτε σκύλο.
Να μιλήσουμε για το νερό στις βρύσες μας; Που όσο πάτε το κόβετε όλο και περισσότερες ώρες; Είναι κατακαλόκαιρο και η ζέστη κορυφώνεται. Ο ιδρώτας τρέχει και νερό δεν υπάρχει για να τον ξεπλύνει.
Όποιος προνόησε και αποθήκευσε νερό στις λεκάνες από τα χαράματα, θα κάνει ντους με την κανάτα και όλα καλά. Εκείνος, όμως, που δεν πρόλαβε γιατί μπορεί να δούλευε νύχτα; Εκείνος δε θα βγει απ’ το σπίτι όλη μέρα, γιατί θα μυρίζει. Έχουμε ηλικωμένους ανθρώπους στα σπίτια μας, με αναπηρίες ίσως, κατακλίσεις ή δερματοπάθειες, αυτοάνοσα νοσήματα και καρδιοπάθειες, και δεν μπορούμε να τους κάνουμε μπάνιο. Φανταστείτε να έρχεται η “βοήθεια στο σπίτι” και να μην μπορεί να κάνει τη δουλειά της επειδή το νερό είναι κομμένο(!). Ή πάλι, φανταστείτε να υπάρχουν μωρά ή μικρά παιδιά που μπορεί να ψήνονται στον πυρετό και δεν υπάρχει νερό για να τους κάνουμε ένα μπάνιο για να πέσει ο πυρετός. Ή είναι η κάθε οικογένεια υποχρεωμένη να έχει πιεστικό νερού στο σπίτι της, την ίδια στιγμή που μπορεί να έχει παιδιά που δεν μπορεί να αναθρέψει;
Να μιλήσουμε για το κουνούπι του Νείλου; Και τι δεν ακούσαμε τον τελευταίο καιρό. Τι ότι μας το ‘στειλε πεσκέσι η Κόρινθος, τι ότι δεν είχε γίνει ψεκασμός τη σωστή χρονική περίοδο και τώρα ακολουθούν όλα εκείνα που ζούμε. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι απ’ όλα αυτά αληθεύει, αλλά να μιλήσουμε με γεγονότα: δύο θάνατοι. Δεν έχει σημασία που βρήκαν ηλικιωμένους ανθρώπους. Υπήρχαν και νεότεροι που ανήκαν σε ευπαθείς ομάδες και κινδύνεψαν να πεθάνουν μέσα στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Ή κινδυνεύουν ακόμα. Και ρωτάω εγώ τώρα: είναι δυνατόν; Είναι δυνατόν εν έτει 2017 μ.Χ να χάνονται ανθρώπινες ζωές από τσίμπημα κουνουπιού; είναι δυνατόν να εκτίθενται οι άνθρωποί μας σε κίνδυνο ζωής και θανάτου; Και σαν να μη φτάνει αυτό, ύστερα να λέγεται και με εξοργιστική ελαφρότητα το θρυλικό “έλα μωρέ, γέροι ήταν, πώς κάνετε έτσι;”. Ναι, ήταν γέροι που μπορεί, όμως, να συντηρούσαν μια οικογένεια ολόκληρη με την πενιχρή σύνταξή τους. Αυτά, βέβαια, δεν ενδιαφέρουν. Αυτά άσ’ τα γι’ άλλη φορά. Οι κυβερνήσεις φταίνε. Καλά να ‘μαστε να τα ρίχνουμε όλα στην αριστερά, και για τα υπόλοιπα βλέπουμε.
Να μιλήσουμε για το νερό που είναι γεμάτο νιτρικά; Που δεν έχει υπάρξει υποψήφιος δήμαρχος που να ‘χει περάσει απ’ τα χωριά στα πλαίσια της ψηφοθηρίας, που να μη μας έχει ταξει το περίφημο “πόσιμο νερό” στις βρύσες μας, και η κατάληξη είναι να κάνουμε μπάνιο με νερό γεμάτο νιτρικά; Μιλάω για το Μάνεση, μιλάω για το Μέρμπακα, μιλάω για τα Δενδρά, μιλάω για το Ανυφί, για τη Μιδέα, την Αμυγδαλίτσα, το Παναρίτι, και διάφορα άλλα χωριά που δεν έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν στους κατοίκους τους ούτε ένα ασφαλές ντους. Υπάρχουν φορές που ανοίγεις τη βρύση και βγαίνει μέχρι και χώμα. Τουλάχιστον, δε βγάζει και λίγο χρυσάφι μπας και λύσουμε τα προβλήματά μας; Για πόσιμο δεν το συζητάμε. Πληρώνουμε εμφιαλωμένες εξάδες και λέμε κι ευχαριστώ.
Να μιλήσουμε για τη σχεδόν ανύπαρκτη μετακίνηση με το λεωφορείο; Που έχουν κόψει σχεδόν όλα τα δρομολόγια και έχουν αφήσει μόνο δύο: ένα στις 9 παρά το πρωί κι ένα στις 1 και το μεσημέρι. Μιλάω πάντα για τα χωριά που ανέφερα προηγουμένως. Εξαιρείται το Ανυφί, που δε γνωρίζω πόσα δρομολόγια διαθέτει, και η Αμυγδαλίτσα, που από εκεί δεν περνάει κανένα λεωφορείο καμία μέρα την εβδομάδα, και οι κάτοικοι αναγκάζονται να κατεβαίνουν στο Μάνεση και να το παίρνουν. Ένας άνθρωπος που μπορεί να δουλεύει στο Ναύπλιο και να σχολάει κανονικά στις 2:30 το μεσημέρι, στην πραγματικότητα δεν έχει με τι να γυρίσει στο σπίτι του αν δεν έχει δίπλωμα αυτοκινήτου ή μηχανής(!).
Να μιλήσουμε για τον εκφοβισμό που επιχειρούν να επιβάλλουν κάποιοι απ’ τους πολίτες που διατείνονται ότι ασπάζονται τη δημοκρατία, αλλά όταν δημοσιεύεται ένα άρθρο που διαφωνεί μ’ εκείνους που υποστηρίζουν ή με τους ίδιους, σπεύδουν άμεσα οι ίδιοι ή οι δικοί τους να στοχοποιήσουν, να προσβάλουν, να εκφοβίσουν και να ρεζιλέψουν τον αρθρογράφο; Το έζησα πρόσφατα σε σχόλια κάτω από άρθρο, όπου είχαν μαζευτεί και την “έπεσαν” στην αρθρογράφο “διάφοροι”, οι οποίοι έλεγαν, έλεγαν, έλεγαν, κι όταν είδαν ότι τους απαντούσαμε από κάτω και κατάλαβαν ότι δεν τους παίρνει να κάνουν τους φασίστες, διέγραψαν τα σχόλια μετά από κάποιες ώρες. Αυτές τις δημοκρατίες ονειρεύονται όσοι στοχοποιούν κατά κόρον και με περίσσιο θράσος την αριστερά, όταν εκείνοι που στηρίζουν έχουν κάνει τεράστια εγκλήματα σ’ αυτή τη χώρα; Ξεχνάνε, μάλλον, ποιοι χρέωσαν υπέρογκα εμάς, τα αγέννητα παιδιά και εγγόνια μας, και για να επιβληθούν, προσπαθούν να μας αποπροσανατολίσουν με κάθε λογής ιστορική ανακρίβεια.
Ξέρετε κάτι; Το εύκολο είναι να σας σιχτιρίσουμε όλους και να πάμε να στήσουμε τη ζωή μας κάπου αλλού. Κάπου που θα ‘χει καθαρό νερό και με αδιάκοπη ροή στη βρύση. Κάπου που δε θα ‘χει κουνούπια που να μπορούν να μας σκοτώσουν. Κάπου που θα ‘χει αρκετά δρομολόγια για να μπορούν να μετακινούνται τα παιδιά μας. Κάπου που η κριτική θα λαμβάνεται υπόψη και δε θα γίνεται αντικείμενο χλευασμού, στοχοποίησης και κοροϊδίας αυτού που την κάνει. Αυτός είναι ο εύκολος δρόμος. Εσείς, όμως, μας μάθατε στα δύσκολα. Άρα, λοιπόν, εδώ θα γυρίσουμε, με πείσμα και με αγωνιστική διάθεση, και ένας βασικός λόγος είναι το ότι δε μας θέλετε. Γι’ αυτό και μόνο αξίζει να μείνουμε εδώ και να συνεχίσουμε να μαχόμαστε για μια καλύτερη ζωή.
“Πάρε από ‘δω αυτόν το διάολο”, μου λέει η γιαγιά μου όσο εγώ προσπαθώ να της εξηγήσω γιατί πρέπει να χρησιμοποιεί τα αντικουνουπικά φάρμακα. “Πέρασα Κατοχή, Εμφύλιο, χούντα, πείνα, εξορία και μεροκάματα. Τι να μου κάνει το κουνούπι;”, μου λέει. Και τότε σκέφτομαι: ευτυχώς που υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι να φυλάνε, στην κυριολεξία, Θερμοπύλες. Γιατί, νερό μπορεί να μην έχουμε, αλλά αν δεν ήταν εκείνοι, ούτε δρόμους δε θα μας είχαν αφήσει.
Μαρία Δήμα
http://mykines.blogspot.gr/2017/10/blog-post_23.html