Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ- Το τζαμί που έγινε Βουλή


Το τζαμί του Αγά Πασά, μετέπειτα Βουλευτικό της επανάστασης, όπως είναι σήμερα
«Το λαμπρότερον και ωραιότερον δημόσιον κτίριον την σήμερον εις την Ελλάδα»
(Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 7/10/1825)
Σε μία γωνιά της κεντρικής πλατείας του Ναυπλίου, της πλατείας Συντάγματος, ξεπροβάλλει ανάμεσα στο Αρχαιολογικό Μουσείο και την Εθνική Τράπεζα ένα διώροφο τζαμί, διεκδικώντας τη θέση του στη μνή
μη της πόλης.
Το μέγεθος και τα υλικά του μαρτυρούν τη σημασία του και προσκαλούν σε κοντινότερη παρατήρηση, που για πολλούς επισκέπτες οδηγεί σε μια αναπάντεχη διαπίστωση: στον τοίχο του ισογείου, που στηρίζει το δάπεδο της υπερυψωμένης αυλής, μία μαρμάρινη επιγραφή αναρτημένη από τον Προοδευτικό Σύλλογο «0 Παλαμήδης» μάς πληροφορεί«Ενταύθα ελειτούργησεν η Βουλή των Ελλήνων 1825-1826 και 1827-1828».
Από τις δεκάδες χρήσεις που απέκτησαν τα οθωμανικά κτίρια της Ελλάδας μετά την εθνική ανεξαρτησία, αυτή εδώ η περίπτωση είναι κυριολεκτικά μοναδική. Αναζητώντας την ιστορία πίσω από την επιγραφή, ξεδιπλώνεται η ιστορία της μετάβασης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο ελληνικό έθνος-κράτος και το αποτύπωμά της στον χώρο της πόλης.
Ο αστικός χώρος κατά τους αιώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παραδοσιακά συγκροτούνταν βάσει γειτονικών ή/και αλληλεπικαλυπτόμενων κοινωνικών και χωρικών ενοτήτων (γειτονιές, ενορίες κ.λπ.), οι οποίες αναπτύσσονταν γύρω από ένα πυκνό δίκτυο κτιρίων και χώρων δημόσιας χρήσης (τζαμιά, εκκλησίες, αγορές, προσκυνήματα, κοιμητήρια κ.λπ.).
Στη μετάβαση στον μετα-οθωμανικό κόσμο, οι παραπάνω χωρικές ενότητες διατηρήθηκαν μερικώς ή διαγράφηκαν τελείως, εξελισσόμενες σε σύγχρονους τόπους μνήμης αλλά και λήθης, υπό τη δραστική επίδραση εννοιών της νεωτερικότητας, όπως «αρχαιότητα», «μνημείο» και «πολιτιστική κληρονομιά».
Παρότι πλέον τα «οθωμανικά μνημεία» αποτελούν κατακερματισμένα ίχνη του παρελθόντος, συχνά αναδεικνύονται σε πεδία ιδεολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, τόσο σε τοπικό όσο και σε υπερτοπικό επίπεδο, υπενθυμίζοντας ότι το πρόσφατο παρελθόν εξακολουθεί να απασχολεί με επίκαιρα ερωτήματα και προβληματικές τον σύγχρονο δημόσιο διάλογο.
Στην περίπτωσή μας, ένα κτίριο του οθωμανικού αστικού χώρου με θρησκευτική χρήση (τζαμί)μετασκευάστηκε στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης στην πρώτη επίσημα διαμορφωμένη Βουλή, το λεγόμενο σήμερα Βουλευτικό του Ναυπλίου.
Πώς αλλιώς θα μπορούσε άλλωστε να κάνει τα πρώτα του βήματα το ανεξάρτητο κράτος, παρά πατώντας πάνω στις υποδομές και τεχνολογίες του προηγούμενου καθεστώτος;
Για τη δημιουργία του νέου επαναστατικού σκηνικού μετά το 1821, οι επαναστάτες ήταν αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουν τα παλαιότερα σκηνικά (στην περίπτωσή μας: χωρικά) υλικά, μετασκευάζοντας τη σημασία τους.
Ας δούμε την ενδιαφέρουσα ιστορία του συγκεκριμένου κτιρίου, που είναι συνυφασμένη με αυτήν της πόλης του Ναυπλίου, μιας πόλης συνηθισμένης στις εναλλαγές κατακτητών.

Mια πόλη-παλίμψηστο

Το Ναύπλιο την εποχή της πολιορκίας του από τους Βενετούς (1686)Το Ναύπλιο την εποχή της πολιορκίας του από τους Βενετούς (1686) | 
Το Ναύπλιο (στα ιταλικά napoli di romania, στα οθωμανικά τουρκικά Anabolı, εξ ου και Ανάπλι) υπήρξε μια πόλη-παλίμψηστο της βενετικής και οθωμανικής κυριαρχίας.
Οι Βενετοί παρέδωσαν την πόλη που είχαν δημιουργήσει στους Οθωμανούς το 1540, εγκαταλείποντάς τη. Οι Οθωμανοί την εποίκισαν, εξελίχθηκε σε πόλη μουσουλμάνων, αλλά την εκκένωσαν το 1686 παραδίδοντάς την πίσω στους Βενετούς.
Οι Βενετοί με τη σειρά τους αναδιαμόρφωσαν τον αστικό ιστό διαγράφοντας κάθε ίχνος της μουσουλμανικής παρουσίας και ενισχύοντας την οχύρωσή της με την ανέγερση του συμπληρωματικού στην Ακροναυπλία φρουρίου του Παλαμηδίου.
Εντούτοις, οι Οθωμανοί κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν το Ναύπλιο και τα φρούριά του το 1715, αιχμαλωτίζοντας μάλιστα τη βενετική φρουρά.
Η πόλη του Ναυπλίου λειτούργησε για τον επόμενο αιώνα κάτω από τους ήχους του εζανιού, της προσευχής στην οποία καλούσαν οι μουεζίνηδες των τζαμιών από τους μιναρέδες που ανοικοδομήθηκαν εκ νέου, και η αστική ζωή οργανώθηκε με βάση τις υποδομές που χρηματοδοτούσαν τα μουσουλμανικά βακούφια, τα κοινωφελή ιδρύματα, σχολεία και μεντρεσέδες.
Οι Οθωμανοί επισκεύασαν την υδροδότηση της πόλης αμέσως μετά την ανάκτησή της και δημιούργησαν και νέες κρήνες, πολλές από τις οποίες σώζονται και σήμερα.
Στη διάρκεια του 18ου αι. η μουσουλμανική κοινότητα του Ναυπλίου οικοδόμησε και νέα κτίρια, όπως το σημερινό Βουλευτικό, που είναι γνωστό και ως τζαμί του Αγά Πασά.
Η πολιορκία του Ναυπλίου από τις δυνάμεις των επαναστατών ξεκίνησε την άνοιξη του 1821 με αποκλεισμό από στεριά και θάλασσα, με διαλείμματα, για να καταλήξει στην κατάληψη του Παλαμηδίου και την παράδοση της πόλης το φθινόπωρο του επόμενου έτους.
Η μουσουλμανική κοινότητα του Ναυπλίου βίωσε την πολιορκία με δραματικό τρόπο, φτάνοντας σε σφοδρή πείνα, όπως μεταφέρει η ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και σχεδόν μοναδική αφήγηση του Ναυπλιώτη Μιρ Γιουσούφ, γιου του Αχμέτ Πασά, ο οποίος μεταφέρει ότι είχαν φτάσει μέχρι και στη σκέψη εξόδου από την πόλη.

Επαναστατική διοίκηση «α λα τούρκα»

Η πλατεία Πλατάνου τον καιρό της Επανάστασης, σε σχέδιο του L. Lange.Η πλατεία Πλατάνου τον καιρό της Επανάστασης, σε σχέδιο του L. Lange. Στο βάθος δεξιά διακρίνεται το τζαμί του Αγά Πασά, πριν από τα έργα της μετατροπής του σε Βουλευτήριο. | Α. ΚΟΥΡΙΑ, ΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΩΝ (ΑΘΗΝΑ 2007)
Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου, η επαναστατική διοίκηση εξέφρασε την επιθυμία να εγκατασταθεί στην πόλη.
Εντούτοις, λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων και των εμφυλίων, αναγκάστηκε να μετακινείται - μια συναρπαστική ιστορία που αξίζει να μελετηθεί στη χωρική της διάστασηΝέα Επίδαυρος, Κόρινθος, Αργος, Μύλοι, Κιβέρι, Αγιος Ιωάννης Κυνουρίας, Ερμιόνη, Αστρος, Αγιαννίτικα Καλύβια Αστρους, Τρίπολα, Σαλαμίνα, Ναύπλιο (το φθινόπωρο του 1823 μόνο το μετέπειτα καθαιρεθέν Εκτελεστικό), Κρανίδι, και επί των πολεμικών πλοίων «Πάραλος», «Κίμων» και «Διομήδης» στον Αργολικό κόλπο.
Η Διοίκηση ανακοίνωσε την εγκατάστασή της στο Ναύπλιο στις 2 Μαρτίου 1824 και, όπως θα δούμε, οι δύο θεσμοί της, το Εκτελεστικό και το Βουλευτικό, εγκαταστάθηκαν σε διαφορετικά κτίρια, δύο κατοικίες-κονάκια και ένα τζαμί.
Πώς προσαρμόστηκαν οι νέες πολιτικές λειτουργίες του νεαρού κράτους σε αυτά τα κτίρια και, αντίστροφα, τι αλλαγές δέχτηκαν τα κτίρια για να εξυπηρετήσουν τις νέες ανάγκες;
Το Εκτελεστικό εισήλθε στην πόλη στις 12 Ιουνίου, εγκαταστάθηκε αρχικά στην κατοικία του Αγά Πασά και στα τέλη του έτους μετακόμισε στην οικία στην οποία αρχικά είχε εγκατασταθεί ο Νικηταράς, επί της πλατείας του Πλατάνου (σήμερα Συντάγματος).
Κάπως έτσι ήταν οι σκηνές σύσκεψης «α λα τούρκα» που κατέγραψαν οι Ευρωπαίοι περιηγητές στο Εκτελεστικό του 1925. Εδώ, ο πρόκριτος της Λιβαδειάς Ιωάννης Λογοθέτης, σε πίνακα του Λουί ΝτιπρέΚάπως έτσι ήταν οι σκηνές σύσκεψης «α λα τούρκα» που κατέγραψαν οι Ευρωπαίοι περιηγητές στο Εκτελεστικό του 1925. Εδώ, ο πρόκριτος της Λιβαδειάς Ιωάννης Λογοθέτης, σε πίνακα του Λουί Ντιπρέ |LOUIS DUPRÉ, VOYAGE A ATHÈNES ET À CONSTANTINOPLE (ΠΑΡΙΣΙ 1825)
Ο James Emerson περιγράφει το 1825 ως εξής την επίσκεψή του στο Εκτελεστικό:
«Η έδρα [του Εκτελεστικού] είναι μια πολύ μεγάλη μουσουλμανική κατοικία κοντά στα τείχη.
Το ισόγειό της είναι στάβλος, ο πρώτος όροφος χρησιμεύει ως στρατώνας.
Στον δεύτερο όροφο, σε ένα μικρό απλό δωμάτιο, περιτριγυρισμένο από ένα ντιβάνι και στολισμένο με ένα μεγάλο γαλλικό χάρτη της Ελλάδας και των νησιών, βρίσκονται τα γραφεία της κυβέρνησης της Ελλάδας.
Εκεί, γύρω από ένα ξύλινο τραπέζι, σκεπασμένο με έγγραφα, κάθονταν οι λιγοστοί απόγονοι του Θεμιστοκλή και του Επαμεινώνδα, στους οποίους είχε ανατεθεί η αναγέννηση της χαμένης πατρίδας των θεών και των ημίθεων».
Ο Giuseppe Pecchio βρήκε την ίδια χρονιά τα μέλη του Εκτελεστικού «καθισμένους, ή μάλλον πλαγιασμένους, σε μαξιλάρια, τα οποία σχημάτιζαν ένα είδος σοφά γύρω από το δωμάτιο. Η ενδυμασία τους, η κεκλιμένη στάση τους, η ακινησία της φυσιογνωμίας τους, με έκαναν στην αρχή να θεωρήσω ότι ήμουν ενώπιον ενός ντιβανιού. Ο Αντιπρόεδρος Μπότασης από τις Σπέτσες, καθισμένος σταυροπόδι, αναμετρούσε τις χάντρες ενός ανατολίτικου κομπολογιού. Τα άλλη μέλη, με ενδυμασία μισο-ελληνική και μισο-τουρκική, κάπνιζαν τις πίπες τους, ή έπαιζαν και αυτοί με παρόμοια κομπολόγια».
Οι περιγραφές αντικατοπτρίζουν εύγλωττα την έκπληξη των ξένων επισκεπτών, που γίνονται μάρτυρες μιας -αναμενόμενης- συνέχειας των οθωμανικών συνηθειών μεταξύ των επαναστατών ενάντια στην οθωμανική εξουσία.

Μετασκευή «α λα φράγκα»

Από την άλλη πλευρά, το Βουλευτικό είχε σχεδιαστεί αρχικά να εγκατασταθεί σε ακόμη μία κατοικία, αυτήν του Γιουσούφ Μπέη.
Μετά την πανηγυρική όμως είσοδό του στο Ναύπλιο, δύο μέρες πριν από το Εκτελεστικό, στις 10 Ιουνίου 1824, στη συνεδρίαση της 15ης Ιουνίου διόρισε μία επιτροπή για την επισκευή του λεγόμενου τζαμιού του Αγά Πασά, ώστε να εγκατασταθεί εκεί.
Είναι προφανές ότι οι περίπου σαράντα, τότε, βουλευτές δεν χωρούσαν στην κατοικία του Γιουσούφ Μπέη, ενώ δεν υπήρχε πρόβλεψη για μία νέα λειτουργία: την ακρόαση των συνεδριάσεων.
Το συμφωνητικό γράμμα για την επισκευή του τζαμιού, που υπογράφτηκε μόλις στις 12 Μαρτίου 1825 και απόκειται σήμερα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, συνυπογράφουν «οι διορισθέντες εις κατασκευήν του Κοινοβουλευτηρίου παρά του Σεβ. Βουλευτικού Επιτροπή», Γκίκας Καρακατζάνης, Σπυρίδων Τρικούπης και Δημάκης Ιερομνήμων, με τους «τέκτονας κ. Ανδριανόν Γεωργίου και κ. Νικόλαον Ιωάννου», με σκοπό να «τελειοποιήσουν αυτό το κτήριον κατά το σχέδιον του Θ. Βαλλιάνου».
Το συμφωνητικό της μετασκευής, που φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Το συμφωνητικό της μετασκευής, που φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. | ΓΑΚ
Ο Βαλλιάνος (1796-1857) ήταν αξιωματικός του μηχανικού που είχε έρθει από τη Ρωσία για να μετάσχει στην επανάσταση.
Οι αλλαγές που σχεδιάζονται στο κτίριο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και μαρτυρούν τόσο τον τρόπο λειτουργίας του Κοινοβουλευτηρίου όσο και το όραμα που εμπνέει την επιτροπή σχεδιασμού του.
Οι μάστορες από τη Ρωσία (α) θα σκέπαζαν «όλους τους κουμπέδες» (τους θόλους της στέγασης) από επάνω, (β) θα σοβάτιζαν όλο το κτίριο «έσωθεν και έξωθεν διπλώς, ήγουν πρώτον με κορασάνι και έπειτα με δυο χέρια ασβέστην» (γ) θα έφτιαχναν την «επάνω γαλαρίαν», που χρησίμευε παλιότερα ως γυναικωνίτης του τζαμιού και θα χρησιμοποιούνταν ως θεωρείο για τους ακροατές των συνεδριάσεων, «με όλα τα κάγκελα των θεωρείων τορνευτά και καλά δεμένα μ’ όλα τα αναγκαία και να το πατώσουν μπιντιρμέ» (με ξύλινο πάτωμα δηλαδή), (δ) θα έφτιαχναν και τη «δευτέραν γαλαρίαν», δηλαδή τον δεύτερο εξώστη «ομοίως με τορνευτά κάγκελα και το πάτωμά της μπιντιρμέ», (ε) θα έφτιαχναν τα παράθυρα «όλα κομματιαστά ως την θύραν και όλους τους τζιαμ τζεριζεβέδες», τους πήχεις δηλαδή για να περαστούν τα «γιαλιά», τα τζάμια των παραθύρων, (στ) θα έφτιαχναν τους δύο οντάδες πίσω από τους πεσσούς με τσατμά, με ξύλινο δηλαδή τοίχο με επίχρισμα από σοβά, με τα «αναγκαία αυτών παράθυρα, δουλάπια και ράφια και λοιπά» (η) θα έστρωναν το κτίριο «μέσα και έξω με πέτρες μαλτέζικες τετράγωνες και ισόμετρες» (θ) θα έφτιαχναν «μία θύρα με γιαλιά έξωθεν της Μεγάλης» (ενν. γαλαρίας, αίθουσας) (ι) τέλος, θα έφτιαχναν την «σκάλαν», μάλλον την κλίμακα με την οποία και σήμερα ανεβαίνει κανείς από τον δρόμο στο κτίριο, «καθώς ήθελεν εγκριθεί από τον Βαλιάνον».
Η παρέμβαση των μαστόρων είχε στόχο όχι απλώς μια στεγανοποίηση του κτιρίου (που φαίνεται ότι είχε προβλήματα λόγω της εγκατάλειψης στα τρία έτη που είχαν παρέλθει μετά την αποχώρηση των μουσουλμάνων από το Ναύπλιο) αλλά και την πρόβλεψη χώρων ανάλογα με τις διαφορετικές ομάδες χρηστών, και νέων χώρων για νέες χρήσεις: σύμφωνα με τον κανονισμό, ο παλιός γυναικωνίτης θα χρησιμοποιούνταν από ακροατές με ειδική άδεια, ενώ η υψηλότερη γαλαρία, κάτω ακριβώς από τον τρούλο (και σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τον γυναικωνίτη) προοριζόταν για το γενικό κοινό.
Βλέπουμε, λοιπόν, μία ενδιαφέρουσα μετάβαση από τον διαχωρισμό των χρηστών με βάση το φύλο σε αυτόν με βάση το είδος της άδειας του ακροατή.
Επίσης, προστίθενται δύο νέοι χώροι (οντάδες) στο ισόγειο, για μελέτη και ειδικότερες συναντήσεις.
Καμία αναφορά δεν γίνεται στον μιναρέ: είχε πέσει στον σεισμό ή καθαιρεθεί στο μεταξύ;
Επίσης, δεν ξέρουμε τι απέγιναν οι επιγραφές που πιθανώς υπήρχαν στο εσωτερικό του τζαμιού, ο άμβωνας ή τα αναλόγια για την ανάγνωση του Κορανίου.
Ας σημειώσουμε, πάντως, ότι η βασική τεχνική ορολογία για την «τελειοποίηση» του κτιρίου είναι οθωμανική.
Τα «υλικά» και τα «μέσα» για τη σηματοδότηση της μετάβασης στη νέα χρήση του κτιρίου είναι στη ουσία ακόμα αυτά του παλαιού καθεστώτος.
Επιπλέον, έχουμε πολύτιμες πληροφορίες και για την επίπλωση του χώρου. Το συμφωνητικό αναφέρει τα εξήςθα έφτιαχναν «τον θρόνον του προέδρου, δύο τραπέζια του α' και β' γραμματέως, με τα αναγκαία αυτών σκαμνιά», τα τρία καθίσματα των βουλευτών «κυκλοειδή κατά το σχέδιον, εξέχον το εν από το άλλο, διά να βλέπουν όλοι οι Βουλευταί τον πρόεδρον και τους γραμματείς» · τέλος, «δύο βιβλιοθήκες εις τας γωνίας έξω των αυτών οντάδων με τζιαμ τζεριζεφέδες και με γιαλιά».
Αυτή η νέα κυκλοειδής διαρρύθμιση του χώρου αποτέλεσε την ουσιαστικότερη παρέμβαση για τη νέα χρήση του κτιρίου.
Από τη μία πλευρά, η διαρρύθμιση απομακρυνόταν από την οθωμανική αντίληψη των χώρων όπου συνεδρίαζαν τα συμβούλια, των ντιβανιών, παρατάσσοντας τους συμμετέχοντες ακτινωτά, με κέντρο το προεδρείο (αντί για την περιμετρική δομή του ντιβανιού).
Επιπλέον δε, όπως αντιλαμβάνονταν και οι σύγχρονοι, τα έπιπλα αποτελούσαν ένα στοιχείο νεωτερικό, που ερχόταν από τη δυτική Ευρώπη.
Στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή, τα έπιπλα και η διάταξή τους στον χώρο, πέραν της συμβολικής τους αξίας ως νεωτερικά στοιχεία, είχαν και ενεργητικό ρόλο, καθώς επέβαλλαν συγκεκριμένες σωματικές συμπεριφορές που προϋπέθεταν πειθαρχία από την πλευρά των υποκειμένων.
Αυτό το στοιχείο της πειθαρχημένης σωματικής συμπεριφοράς είναι κεντρικό του νέου αισθητηριακού καθεστώτος που εγκαθιδρύεται με την εν λόγω μετατροπή, η οποία ακολουθεί την πολιτική μετάβαση. Επομένως το τζαμί δεν επισκευάζεται απλώς· επανασχεδιάζεται, αναδιοργανώνεται για να υποδεχτεί αλλά και να πειθαρχήσει τους καινούργιους του χρήστες.

Από το εζάνι στη σημαία

Τα εγκαίνια της νέας χρήσης του κτιρίου έγιναν την 21η Σεπτεμβρίου, με κοσμοσυρροή από το πρωί.
Κατά τη διάρκεια της πανηγυρικής συνεδρίασης του Βουλευτικού δόθηκε από τον πρόεδρο Πανούτζο Νοταρά «χρυσόβουλον τω αρχιτέκτονι Βαλλιάνω διά την καλήν ανασκευήν και εθεσπίσθη να γραφή το όνομά του εις ένα των στύλων» του Βουλευτηρίου.
Ο Γεώργιος Σταύρος συμπληρώνει χαρακτηριστικά πικρόχολα το παρακάτω σχόλιο σε επιστολή του προς τον Γεώργιο Κουντουριώτη με ημερομηνία 22 Σεπτεμβρίου: «Αν αυτός ζωγραφίσας τα καθίσματα αξίζει τόσην τιμήν, τι μένει εις τον τούρκον Μαϊμάρμπασην οπού έκαμε την οικοδομήν;».
Για τη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος, η έκδοση της οποίας στο Ναύπλιο συνέπεσε με τα εγκαίνια και γράφει γι' αυτά στο πρώτο φύλλο της, στις 7 Οκτωβρίου 1825, σημασία φαίνεται ότι είχε η αίσθηση της δημόσιας πρόσβασης στον χώρο:
«Το κτίριον του νέου βουλευτηρίου έγινε παρά των ποτέ κατοίκων του Ναυπλίου Τούρκων… μετεποιήθη δε εις βουλευτήριον, επιστατούντος του κ. Θ. Βαλλιάνου.
Είναι το λαμπρότερον και ωραιότερον δημόσιον κτίριον την σήμερον εις την Ελλάδα.
Εχει ικανήν ευρυχωρίαν διά τους Βουλευτάς, και δύο σειράς καθισμάτων διά τους ακροατάς άνωθεν του εμβαδού.
Εις την πρώτην, την κατωτέραν, εισέρχονται οι ακροαταί με έγγραφον άδειαν.
Εις την δευτέραν, ήτις είναι η υψηλοτέρα, χωρίς άδειαν.
Εισέρχονται δε οι ακροαταί τακτικώς κατά πάσαν συνεδρίασιν, εκτός των μυστικών».
Ας σημειωθεί επίσης ότι είχε εκδοθεί ειδικός εσωτερικός κανονισμός για την πρόσβαση των ακροατών στις συνεδριάσεις. Αυτό συνηγορεί και εντείνει το επιχείρημα περί πειθαρχημένης συμμετοχής στον νέο αυτό δημόσιο θεσμό, των βουλευτικών συνεδριάσεων.
Στη διάρκεια των συνεδριάσεων γινόταν έπαρση σημαίας απ’ έξω, η οποία υποστελλόταν μετά το τέλος τους ή στη διάρκεια των μυστικών συνεδριάσεων.
Καθώς το κτίριο βρίσκεται σε υψηλό σημείο της πόλης, η σημαία είχε ιδιαίτερη σημασία στη νέα διαμόρφωση του χώρου στο Ναύπλιο της επανάστασης. Για παράδειγμα, η σημαία που κυμάτιζε στο Παλαμήδι απεικονίζεται σταθερά από τους επισκέπτες στο Ναύπλιο εκείνης της εποχής.
Ολα τα παραπάνω τελετουργικά στοιχεία της μετάβασης, εκτός του ότι σηματοδοτούν δημόσια την αλλαγή με ποικίλους τρόπους, αντικαθιστούν τα παλαιά τελετουργικά που συνδέονταν με την παλαιά χρήση του κτιρίου (εζάνι, προσευχή, κήρυγμα) συμβάλλοντας στην αποϊεροποίησή του.
Η σημαία, από την άλλη πλευρά, είναι το κατεξοχήν οπτικό σύμβολο που εκφράζει το νέο αισθητηριακό καθεστώς της λειτουργίας του κτιρίου, το οποίο στο παρελθόν, ως ισλαμικό, προσδιοριζόταν σε μεγάλο βαθμό βάσει των ηχητικών του πρακτικών.
Τη στάση των σωμάτων στην κύρια αίθουσα του πρώην τζαμιού, όπου παλαιότερα εισέρχονταν οι μουσουλμάνοι χωρίς υποδήματα, πατώντας στα χαλιά, για να κάνουν την προσευχή γονυκλινείς, αντικαθιστά εδώ η επίσκεψη στον χώρο σε όρθια θέση, πατώντας πλέον με υποδήματα πάνω σε μαλτέζικες πλάκες, και το κάθισμα σε σκαμνιά ή καθίσματα.
Η μετάβαση δεν υπήρξε ενιαία: την ίδια στιγμή, όπως είδαμε, τα μέλη της κυβέρνησης συνέχιζαν να διαβουλεύονται καθισμένοι «α λα τούρκα», στο παλαιό ντιβάνι ενός οθωμανικού κονακιού.
Η μετάβαση, όπως τεκμηριώνεται από τη μετατροπή του χώρου και τις ανάλογες πρακτικές των νέων του διαχειριστών που στεγάζει, αποτελεί μια ενδιάμεση (in-between) κατάσταση, όπου στοιχεία του προηγούμενου πολιτισμικού καθεστώτος συνυπάρχουν με αυτά του ευρύτερου αιτήματος της επανάστασης για νεωτερικότητα.

Οι μετέπειτα χρήσεις

Το κτίριο όπως είναι σήμερα.Το κτίριο όπως είναι σήμερα. | ΗΛ. ΚΟΛΟΒΟΣ
Το νέο κτίριο του Κοινοβουλευτηρίου, με τη νεωτερική χρήση του, βρέθηκε στη συνέχεια, όπως και εν γένει ο βουλευτικός θεσμός, στο επίκεντρο συγκρούσεων.
Η τύχη μάλιστα το έφερε στις 2 Ιουλίου 1827, στη διάρκεια της σύγκρουσης μεταξύ των φρουράρχων Παλαμηδίου Θοδωράκη Γρίβα και Ακροναυπλίας Νάσου Φωτομάρα, μία οβίδα να καταστρέψει τον «κουμπέ» του κτιρίου, την ώρα της συνεδρίασης, με αποτέλεσμα τον θάνατο του βουλευτή Βάλτου Χρήστου Γεροθανάση.
Η κοινοβουλευτική χρήση του φαίνεται ότι διακόπηκε στη συνέχεια. Στην αίθουσα γίνονταν οι δεξιώσεις και οι χοροί της εποχής της Αντιβασιλείας του Οθωνα καθώς και σημαντικές εκδηλώσεις της πόλης.
Το τζαμί του Αγά Πασά, μετέπειτα Βουλευτικό της επανάστασης, όπως είναι σήμερα/Φωτ: ΗΛ. ΚΟΛΟΒΟΣ
Το κτίριο ίσως στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε ως δικαστήριο, όπου ίσως μάλιστα έγινε το 1824 η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Δημήτριου Πλαπούτα.
Ο γειτονικός μεντρεσές (ιεροσπουδαστήριο) φαίνεται ότι είχε διαμορφωθεί σε φυλακή, όπου τα πρώην κελιά των σπουδαστών του Κορανίου χρησίμευσαν ως κελιά φυλακής.
Το κτίριο του Βουλευτικού χρησίμευσε, μεταξύ άλλων, ως Αρχαιολογικό Μουσείου του Ναυπλίου μεταξύ 1915-1932, κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο το 1933 (ΦΕΚ 342/Β/1933) και αποκαταστάθηκε μόλις στη δεκαετία του 1990 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων· αποκαλύφθηκε, μάλιστα τότε, τοιχογραφία στο μιχράμπ που απεικονίζει μια κόκκινη κουρτίνα.
Σήμερα χρησιμοποιείται ως αίθουσα διαλέξεων, συνεδρίων και συναυλιών του Δήμου Ναυπλίου, με τη Δημοτική Πινακοθήκη Τέχνης του Ναυπλίου στο ισόγειο.
* Μεταδιδακτορικής ερευνήτριας στο ΕΛΙΑΜΕΠ
** Επίκουρου καθηγητή Οθωμανικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
 Διαβάστε
 
► Ερση Μπρούσκαρη (επιμ.), Η Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα (Αθήνα 2008, εκδ. Υπουργείο Πολιτισμού - Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων). Αναφορά στο Βουλευτικό του Ναυπλίου, με περαιτέρω βιβλιογραφία από την Αναστασία Βασιλείου (σ. 126-7).
 
 A Picture of Greece in 1825 as Exhibited in the Personal Narratives of James Emerson, Esq., Count Pecchio and W.H. Humphreys, Esq. (Λονδίνο 1826, εκδ. Henry Colburn). Δίτομο έργο με τις εντυπώσεις δύο Βρετανών κι ενός Ιταλού από την επαναστατημένη Ελλάδα. Περιγραφές, μεταξύ άλλων, της λειτουργίας του Εκτελεστικού «α λα τούρκα» από τους Τζέιμς Εμερσον (τ.Α', σ. 107-8) και Τζουζέπε Πέκι (τ.Β', σ. 10-1).
 
► Ahmet Aydın, «Mîr Yûsuf Târîhi (Metîn ve Tahlîl)» (Marmara Üniversitesi, Κωνσταντινούπολη 2002). Οι αναμνήσεις του Αναπλιώτη Μιρ Γιουσούφ από την ελληνική επανάσταση, μεταγραμμένες στη σύγχρονη τουρκική και σχολιασμένες στο πλαίσιο μιας μεταπτυχιακής διατριβής.
 
 «Histories, Spaces and Heritages at the transition from the Ottoman Empire to the Greek State». Ο ιστότοπος ερευνητικού προγράμματος που φιλοξενεί η Γαλλική Σχολή Αθηνών, με επιστημονικούς υπεύθυνους τον Ηλία Κολοβό και τον Παναγιώτη Πούλο. Στο πλαίσιό του μελετήθηκε η μετατροπή του τζαμιού του Αγά Πασά σε Βουλευτήριο.