Π.Ιωακειμίδης. “Η Ελλάδα χρειάζεται τη σοσιαλδημοκρατία, χρειάζεται μια δύναμη που θα φέρει την ανάπτυξη με δικαιοσύνη, την εμβάθυνση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό”, σημείωσε ο κ. Ιωακειμίδης, δίνοντας έτσι το στίγμα του στις διεργασίες για τη δημιουργία του νέου προοδευτικού φορέα και την εκλογή του επικεφαλής. Αναφερόμενος στις προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ να πολιτογραφηθεί σαν σοσιαλδημοκρατική δύναμη ήταν κατηγορηματικός: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αλλάξει, όσο και να προσποιείται παραμένει ένα εθνικολαϊκιστικό, αριστερίστικο μόρφωμα που αλλάζει συνεχώς μορφή για να παραμένει στην εξουσία». Αναφερόμενος στην κατάσταση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αφού τόνισε πως η κρίση της είναι προφανής, την απέδωσε σε τέσσερις λόγους. 1. Στην υιοθέτηση από τα συντηρητικά κόμματα των αρχών της σοσιαλδημοκρατίας με αποτέλεσμα οι διαφορές να μην είναι ευδιάκριτες, μια εξέλιξη που ευνόησε τη συντηρητική πλευρά. 2. Στην εντυπωσιακή μείωση στις κοινωνίες των ποσοστών της εργατικής τάξης που αποτελούσε τη βάση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, με ταυτόχρονη μείωση του ρόλου των συνδικάτων. Μ’ άλλα λόγια στη συρρίκνωση των πηγών που τροφοδοτούσαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. 3. Στη μετακίνηση, στην Ευρώπη, της ατζέντας προς την πολιτική «των ταυτοτήτων», κυρίως λόγω της μετανάστευσης, τροφοδοτώντας έτσι το λαϊκισμό και το συντηρητισμό. Η σοσιαλδημοκρατία έχασε γιατί έδωσε την εντύπωση ότι ανέχεται «τις παράλληλες» κοινωνίες. 4. Στην αδυναμία της σοσιαλδημοκρατίας να επικεντρώσει το πολιτικό της αφήγημα στην ανάπτυξη, στην προώθηση των νέων τεχνολογιών. Κατά τον κ. Ιωακειμίδη, το “φάρμακο” είναι η προσαρμογή στα νέα δεδομένα, δηλαδή, τόσο στην «ανεπιφύλακτη αποδοχή» της οικονομίας της αγοράς αλλά με κοινωνική δικαιοσύνη, όσο και της ευρωπαίκής ενοποίησης ως μονόδρομου.
Γ. Σιακαντάρης: «Η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να μετεξελιχθεί σε σοσιαλδημοκρατική προοδευτική παράταξη», σημείωσε ο Γ.Σιακαντάρης παίρνοντας σαφή θέση στις διεργασίες για τη δημιουργία του νέου προοδευτικού κινήματος και του επικεφαλής του. Ήταν δε κατηγορηματικός ότι για να ανακτήσει η σοσιαλδημοκρατία την αίγλη της «πρέπει να μετατοπιστεί σε Προοδευτική Δημοκρατική Παράταξη». «Η αποδοχή των χρηματοοικονομικών προϊόντων ως μοχλού ανάπτυξης, η μείωση του κράτους υπό το δόγμα ότι είναι αντιαναπτυξιακό, η αποδοχή ότι η μείωση μισθών βοηθάει την ανταγωνιστικότητα –παραγωγικότητα είναι μεταξύ των λόγων της κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας», τόνισε ο κ Σιακαντάρης. Αναφερόμενος συνολικά στην Ευρώπη τόνισε πως «δεν μπορούμε να επικαλούμαστε τη σοσιαλδημοκρατία του ’50, η παγκοσμιοποίηση θέτει νέα καθήκοντα». Σήμερα πλέον η σοσιαλδημοκρατία σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο καλείται να μετατοπίσει τον άξονα δράσης από τα πεδία της αναδιανεμητικής πολιτικής και να στραφεί στον κόσμο της παραγωγής και της εργασίας. Και αυτό σημαίνει και μετατόπισή της σ’ αυτό που κάποιοι ονομάζουν χώρο του social liberal ή απλά Προοδευτική Παράταξη. Οι σύγχρονες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις δεν αφορούν μόνο την αγορά, ούτε μόνο την αναδιανομή. Η σημερινή ευρωπαϊκή κρίση φαντάζει ως κρίση της χρηματιστηριακής αγοράς και των μοντέλων δημοσιονομικής πειθαρχίας, στην ουσία όμως είναι κρίση του μοντέλου παραγωγής, ανάπτυξης και κυρίως, εργασίας. Αναφερόμενος στις διεργασίες για τον επικεφαλής του νέου προοδευτικού φορέα σημείωσε πως «ο Γ. Μανιάτης είναι ο πρώτος από τους υποψηφίους που θέτει καθαρά το ζήτημα της σοσιαλδημοκρατίας, επισημαίνοντας την ανάγκη να γίνει αυτή η συζήτηση». Υπάρχουν πολλά προγράμματα αλλά λείπει μια πολιτική αφήγηση επεσήμανε, όπως είπε «λείπει από την πολιτική συζήτηση το πολιτικο-ιδεολογικό σπίρτο, τι πρέπει να είναι ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.»
Γ.Μανιάτης: «Μπορούμε να τα καταφέρουμε, είμαι αθεράπευτα αισιόδοξος, από το καλοκαίρι του ΄15 δημιουργήσαμε τη ΔΗΣΥ, τώρα πάμε για το Κίνημα των Προοδευτικών Πολιτών» σημείωσε ο Γ.Μανιάτης δίνοντας το στίγμα του ως υποψήφιου επικεφαλής στις εν εξελίξει διεργασίες. Εκτίμησε δε ότι οι πολίτες θα έχουν τη ευκαιρία να σηκωθούν απο τον καναπέ και να πιστέψουν ξανά στην αλήθεια μετά τα τερατώδη ψέματα του Τσίπρα. Εμείς θα είμαστε οι πρωταγωνιστές των εξελίξεων και των εκλογών, προέβλεψε, σημειώνοντας πως θα είναι οι Μητσοτάκης, Τσίπρας που θα κληθούν να τοποθετηθούν στις θέσεις του νέου Κινήματος. «Το νέο Κίνημα συγκροτεί μια νέα κοινωνική συμμαχία ανάμεσα: α) στους μη προνομιούχους, στο πρεκαριάτο, σ’ όλους αυτούς που η ζωή τους χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα, όλους αυτούς που ζουν σε μια διαρκή ανασφάλεια, που είναι η σιωπηλή πλειοψηφία, που αισθάνονται να μην υπάρχει ελπίδα γι αυτούς, να περνάει η ζωή τους μπροστά τους και β) στη φτωχοποιημένη μεσαία τάξη που αγωνίζεται να επιβιώσει. Στους δημιουργικούς και υγιείς παραγωγούς θέσεων εργασίας κι εθνικού πλούτου». Αναφερόμενος στην πολυσυζητημένη ανάπτυξη, σημείωσε πως «δεν υπάρχει ουδέτερη ανάπτυξη, ανάπτυξη που να μην έχει πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα. Η ανάπτυξη μπορεί να είναι και συντηρητική και προοδευτική». Για μας, τους Έλληνες Δημοκράτες και Σοσιαλιστές, η ανάπτυξη πρέπει να είναι: (α). αειφορική, -με σεβασμό στο περιβάλλον, (β). κυκλική – με χρήση, επανάχρηση και ανακύκλωση των πρώτων υλών, (γ). έξυπνη – με αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας, (δ). Χωρικά και κοινωνικά δίκαιη – να μειώνει τόσο τις περιφερειακές ανισότητες, όσο και τις κοινωνικές ανισότητες, (ε). χωρίς αποκλεισμούς -νέων, γυναικών, ΑΜΕΑ και τέλος (στ). ανάπτυξη που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Η ανάπτυξη πρέπει να δημιουργεί δουλειές, τόνισε, ενώ απέδωσε την κρίση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στο ότι «δεν απάντησε με προοδευτικές λύσεις στον καπιταλισμό-καζίνο, στην αγορά χωρίς ρύθμιση» καταλήγοντας ότι «η αγορά συνεχίζει να βγάζει λεφτά αλλά δεν μοιράζονται δίκαια.» Τόνισε ότι το σημερινό πρόβλημα της Ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας αλλά και της ευρωπαϊκής, δεν είναι πώς να μοιράσει δίκαια το κοινωνικό πλεόνασμα, αφού αυτό ξέρει πολύ καλά να το κάνει η Προοδευτική Παράταξη, αλλά ένα πρωθύστερο πρόβλημα: πώς θα παραχθεί νέος δημόσιος πλούτος και υπεραξίες που θα γίνουν κοινωνικό πλεόνασμα. Ο Γ. Μανιάτης, με αφορμή τις προτάσεις για τις αναγκαίες αλλαγές στην Ευρώπη τόνισε πως «η Ε.Ε. πρέπει να μετατρέψει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης σε Σύμφωνο Απασχόλησης και Ανάπτυξης»ενόψει δε των γερμανικών εκλογών διεμήνυσε πως «αρκετά με τη λιτότητα, τη σταθερότητα, του γερμανικού ΥΠΟΙΚ.»
«Θα ήθελα να έχει πάει πιο πέρα από τον κοινό Πρόεδρο, τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και τον ευρωπαίο ΥΠΟΙΚ, να είναι πολύ πιο τολμηρός», είπε για τον Γιούνκερ, με αφορμή την ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο, προς τον οποίο πάντως εξέφρασε τη μεγάλη του εκτίμηση και τον χαρακτήρισε ως τον κορυφαίο σημερινό ευρωπαίο πολιτικό.
Κατέθεσε δε την πρόταση, «το πακέτο Γιούνκερ να αποκτήσει «δομικό χαρακτήρα», να μετασχηματιστεί σε ένα μόνιμο ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και Απασχόλησης που να στηρίζει οριζόντια, σε όλες τις χώρες, την απασχόληση μέσα από αναπτυξιακές πρωτοβουλίες».
«Παρά το μνημόνιο και σε αντίθεση με τους ανίκανους και ιδεοληπτικούς της κυβέρνησης Τσίπρα, εμείς καταφέραμε να ασκήσουμε προοδευτικές πολιτικές», είπε και ανάφερε ως δείγμα σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής τη θεσμοθέτηση, το 2013, του «Ταμείου Κοινωνικής Αλληλεγγύης» ως βασικού τροφοδότη του ασφαλιστικού συστήματος με πόρους από την αξιοποίηση των ελληνικών υδρογονανθράκων, καταγγέλλοντας πως ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση, το καταψήφισε.
Ο Γ. Μανιάτης χαρακτήρισε ως παρανοϊκά και αδιανόητα τα όσα συμβαίνουν στις Σκουριές, ενώ αναφερόμενος στο Υπερταμείο κατήγγειλε πως το ζητούσαν επί χρόνια οι δανειστές αλλά κανένας πρωθυπουργός, πριν απο τον Τσίπρα, δε δέχτηκε να υπογράψει. Δεσμεύτηκε για την κατάργηση του συγκεκριμένου τρόπου λειτουργίας του Υπερταμείου και για το μετασχηματισμό του σε ένα πραγματικό ταμείο αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Εξειδίκευσε δε τη νέα αυτή αλλαγή, με βάση τις ακόλουθες προοδευτικές ρήτρες: ρήτρες απασχόλησης, τοπικής ωφελιμότητας, αειφορίας, συμμετοχής του δημοσίου στα μελλοντικά κέρδη και διαγενεακής αλληλεγγύης, ώστε μέρος των εσόδων να διοχετεύονται στο ασφαλιστικό σύστημα και τη νέα γενιά. Η δημόσια περιουσία της χώρας είναι 50 δις αλλά με μόχλευση μπορεί φτάσει τα 150 δις και να συνεισφέρει με εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης, σημείωσε για να δείξει τις δυνατότητες ανάκαμψης.
|
|
|