Στα έργα που έχουν «μείνει στο συρτάρι», στις χαμένες ευκαιρίες για την κυβέρνηση, στα κονδύλια από το πακέτο Juncker που αργούν να απορροφηθούν από την πραγματική οικονομία και στην απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας αναφέρεται σε συνέντευξη που παραχωρεί στο insider.gr ο πρώην
υπουργός Ενέργειας και νυν βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Γιάννης Μανιάτης.
Από το βήμα της Βουλής είχατε προτείνει αναπτυξιακά ισοδύναμα 200 εκατ. ευρώ για τις αγορές της κατασκευής και της εξοικονόμησης ενέργειας έναντι των υφεσιακών φορολογικών μέτρων. Θα θέλαμε δυο λόγια επάνω σε αυτό.
Η πρόταση που καταθέσαμε πριν ένα περίπου χρόνο, αφορούσε στη φοροαπαλλαγή των δαπανών για επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης ακινήτων. Η εμπειρία μας από την εφαρμογή του «Εξοικονομώ κατ’ οίκον» έδειξε ότι τόσο στις κατοικίες, όσο και στα δημόσια και επαγγελματικά κτίρια, εάν δοθούν κίνητρα, υπάρχει ενδιαφέρον από τους ιδιοκτήτες να επενδύσουν τα αναγκαία ποσά. Η πρόταση έλαβε υπόψη δύο βασικές παραμέτρους:
1. Σήμερα είναι ανύπαρκτη η αγορά της οικοδομής κι επίσης ανύπαρκτη η αγορά ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων, αφού ακόμη και η πρόβλεψη που είχαμε για συνέχιση κι επέκταση του «Εξοικονομώ» στη νέα προγραμματική περίοδο 2014-2020 για εδώ και σχεδόν δύο ολόκληρα χρόνια, εγκαταλείφθηκε. Κατά συνέπεια, με μηδενική την αντίστοιχη επαγγελματική δραστηριότητα έχουμε μηδενική είσπραξη ΦΠΑ για το κράτος, μηδενικό Φόρο Εισοδήματος από τους επαγγελματίες της οικοδομής και μηδενικές θέσεις εργασίας που δημιουργούνται.
2. Η εξοικονόμηση ενέργειας που μετρήθηκε στις 40.000 κατοικίες που θωρακίσαμε ενεργειακά κατά την περίοδο 2011-2014 ξεπέρασε το 40% του ετήσιου ενεργειακού κόστους, γεγονός που από τη μια δημιουργεί ισχυρό κίνητρο στους ιδιοκτήτες και από την άλλη συμβάλει αποφασιστικά στην καταπολέμηση της Κλιματικής Αλλαγής.
Η πρότασή μας, που την κατέθεσα επίσημα στη Βουλή, τεκμηριώνει ότι για φοροελαφρύνσεις σε 50.000 παρεμβάσεις μέσης δαπάνης 15.000€ οι φοροαπαλλαγές θα ήταν της τάξης των 100 εκατ. €. Η συνολική θετική οικονομική επίδραση, άμεση και έμμεση, στην αλυσίδα των εργαζομένων στον οικοδομικό κλάδο (περιλαμβανομένων των άμεσων φόρων, του Φ.Π.Α., των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων) υπολογίστηκε στα 300 εκατ. € με 25.000 ανθρωποέτη απασχόλησης. Κατά συνέπεια, θα είχαμε ένα θετικό ισοζύγιο της τάξης των 200 εκατ. € και ασφαλώς σημαντική θετική παρέμβαση στα θέματα της απασχόλησης.
Ο αρμόδιος Υπουργός κ. Τρ. Αλεξιάδης απάντησε ότι βρίσκει θετική την πρόταση αυτή κι επρόκειτο να την εξετάσει. Μόνο που από την υπόσχεσή του μέχρι σήμερα έχουν περάσει αρκετοί μήνες και ακόμη ο κλάδος της οικοδομής περιμένει.
Υπάρχουν έργα που έχουν μείνει στα συρτάρια ή έχουν καθυστερήσει αυτή τη στιγμή σημαντικά και τα οποία θα μπορούσαν να είναι επωφελή για την οικονομία κα την απασχόληση; (π.χ έχετε πει για το 1,2 δις € από το ΕΣΠΑ και το Πακέτο Juncker…)
Για το πακέτο Juncker είχαμε προτείνει συνολικά 17 ενεργειακά έργα προϋπολογισμού 15 δις €, όπως: εξοικονόμηση ενέργειας σε κατοικίες, δημόσια κι επαγγελματικά κτίρια με 2,5 δις € στο πλαίσιο Σ.Δ.Ι.Τ. που είχαμε συμφωνήσει με το τραπεζικό σύστημα της χώρας, ανάπτυξη έξυπνων δικτύων και μετρητών με 1 δις €, επέκταση και αναβάθμιση των δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου με 2 δις €, κ.ά. Δυστυχώς, όλα αυτά βρίσκονται στο ίδιο ακριβώς στάδιο που τα παραδώσαμε πριν 2 χρόνια. Ακόμη χειρότερα, όπως κατήγγειλα πρόσφατα στη Βουλή, από το πακέτο Juncker επενδύθηκαν τον τελευταίο χρόνο 116 δις € στα υπόλοιπα (πλην Ελλάδας) Κράτη-Μέλη, χορηγήθηκαν 200.000 δάνεια σε μικρομεσαίες και νεοφυείς επιχειρήσεις και δημιουργήθηκαν 100.000 θέσεις εργασίας. Στη χώρα μας η ανικανότητα της κυβέρνησης έχει οδηγήσει και τα τρία αυτά μεγέθη σε αναλογία μηδέν, μηδέν, μηδέν.
Ας πάμε και στο Ελληνικό. Υπάρχουν μια σειρά από εμπόδια εν όψει της τελικής σύμβασης που πρέπει να υπογραφεί μέχρι το Νοέμβριο, όπως η απαίτηση του υπουργείου Πολιτισμού ζητά να ανακηρυχτεί σε αρχαιολογικό χώρο και η αλλαγή της νομοθεσίας για τα καζίνο.
Πριν λίγες μέρες κυρώσαμε στη Βουλή τη σύμβαση για το Ελληνικό. Τη μεγαλύτερη επένδυση της χώρας τα τελευταία χρόνια, ύψους 8 δις €, σε μια έκταση 6.000 στρεμμάτων, με πάνω από 2.000 στρέμματα ανοικτό και προσβάσιμο σε όλους Μητροπολιτικό πάρκο και με δημιουργία 70.000 θέσεων εργασίας. Τη μεγάλη αυτή επένδυση, παρά τον ανηλεή πόλεμο και τη συνεχή καταψήφιση από το ΣΥΡΙΖΑ όλων των νόμων που προωθήσαμε από το 2011, κατοχυρώσαμε και θεσμικά έναντι οποιωνδήποτε μελλοντικών ενστάσεων στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πιο συγκεκριμένα, με πρωτοβουλία μου, περιλάβαμε στο «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής» τον Αύγουστο του 2014 (ν.4277/2014) ειδική πρόβλεψη για την ένταξή του στο συνολικό ολοκληρωμένο, αειφορικό σχεδιασμό του λεκανοπεδίου, ως ενός διεθνούς εμβέλειας πολεοδομικού, επενδυτικού, περιβαλλοντικού σημαίνοντος και σημαινομένου τόπου και τρόπου ανάπτυξης της χώρας. Ακόμη και τώρα όμως, ο αρμόδιος Υπουργός Πολιτισμού δήλωσε με κλαυθμούς κι αυτός, αλλά ψηφίζοντάς το βέβαια, ότι «η επένδυση αυτή είναι μια ήττα της πολιτικής μας στο δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό»
Βέβαια έχει καταγραφεί μια σειρά από πολλές καθυστερήσεις σε αυτή την επένδυση και επί κυβέρνησης ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Μεγάλα έργα επί αυτών των κυβερνήσεων όπως είναι το τραμ (το οποίο πρέπει να επανασχεδιαστεί) εντάσσονται στη διαδικασία του «ράβε-ξήλωνε» και όλα αυτά τα πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι
Προφανώς, όπως το δήλωσα και στην ομιλία μου στη Βουλή, υπάρχουν σοβαρές ευθύνες ολιγωρίας όλων μας που για μια δεκαετία (από το 2004 μέχρι σήμερα) αφήσαμε το καλύτερο οικόπεδο της Ευρώπης αναξιοποίητο για να καταντήσει σήμερα μια θλιβερή αποθήκη απελπισμένων ψυχών, μεταναστών και προσφύγων. Οι ευθύνες βεβαίως βαραίνουν τόσο τις κυβερνήσεις και τα κόμματα της προηγούμενης δεκαετίας, όσο και την Αυτοδιοίκηση, με διαφορετικό ασφαλώς βαθμό βαρύτητας, αφού μια κορυφαία αναπτυξιακή δράση αντιμετωπιζόταν με τοπικιστικά και μικροκομματικά κριτήρια.
Όσο για το ΤΡΑΜ, ήταν πολύ σημαντική και ωφέλιμη η κατασκευή του εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων πριν μια δεκαετία, σήμερα όμως ασφαλώς απαιτείται τόσο επέκτασή του σε περιοχές που δεν μπορεί να πάει το ΜΕΤΡΟ, όσο και η ορθολογικότερη λειτουργία, όπως η πλήρης εφαρμογή του «Πράσινου Κύματος» σε όλο του το μήκος, ώστε να έχει προτεραιότητα σε σχέση με τις εγκάρσιες διελεύσεις Ι.Χ.
Όσον αφορά στην υποχρεωτική συρρίκνωση της ΔΕΗ που προβλέπει και η συμφωνία με τους δανειστές (από το πρώτο κιόλας Μνημόνιο), γίνεται εμφανές το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η επιχείρηση. Από την άλλη, πολλοί υποστηρίζουν πως θα μπορούσαν να υιοθετηθούν λύσεις υπέρ της εξωστρέφειας και των επενδύσεων που θα πολλαπλασίαζαν τα έσοδα
Πιστεύω βαθιά στο σπουδαίο εθνικό ρόλο της ΔΕΗ ως του μεγάλου ενεργειακού παίκτη της χώρας που πρέπει πια να απελευθερωθεί από τα δεσμά του κράτους και να ανταποκριθεί απόλυτα τόσο στον εσωτερικό ανταγωνισμό, όσο και σε επενδύσεις στις γειτονικές χώρες. Θα λογοδοτήσουν όμως, αυτοί που υπέγραψαν την υποχρεωτική συρρίκνωση της ΔΕΗ μέσα σε 3 χρόνια στο 50% της πελατειακής της βάσης, όσο και στο 50% της συνολικής εθνικής παραγόμενης και εισαγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ παράλληλα κι αυτό είναι το τραγικότερο, όλα αυτά θα γίνουν με μηδέν, επαναλαμβάνω μηδέν, οικονομικό όφελος για τη ΔΕΗ
Αποφάσισε λοιπόν η κυβέρνηση, υπακούοντας στις παλαιοκομμουνιστικές αντιπαραγωγικές ιδεοληψίες της, ουσιαστικά να καταστρέψει τη Δ.Ε.Η., φτάνει να ισχυρίζονται ψευδώς ότι είναι κρατική επιχείρηση. Αρνούνται ακόμη και την υπογραφή τους όταν αποκαλύψαμε στη Βουλή το Φ.Ε.Κ. με το οποίο το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π.) δεσμεύτηκε μέσα στον Σεπτέμβριο να προχωρήσει τις διαδικασίες πώλησης ενός επιπλέον 17% της ΔΕΗ, σύμφωνα με το «Μνημόνιο 3 – Τσίπρα» που διαπραγματεύτηκαν και υπέγραψαν οι ίδιοι. Αντίθετα, η δική μας πρόβλεψη για τη «Μικρή ΔΕΗ» με διεθνή διαγωνιστική διαδικασία για το 30% των εργοστασίων, των πελατών και των δανείων της επιχείρησης, θα απέφερε πάνω από 4 δις € έσοδα και επενδύσεις στην επιχείρηση και τη χώρα, αφού είχαμε προβλέψει υποχρέωση και δέσμευση του τελικού αναδόχου, εκτός από την καταβολή μετρητών να δεσμευτεί και για την κατασκευή Εργοστασίου Μελίτη ΙΙ στη Φλώρινα. Την επένδυση αυτή για την οποία τώρα προωθείται MoU ανάμεσα στη ΔΕΗ και την κινέζικη CMEC.
Το δικό μας μοντέλο της «Μικρής ΔΕΗ» ήταν μεταφορά του πολύ πετυχημένου μοντέλου της ιταλικής ENEL που στη γείτονα χώρα, το 1999 η κεντροαριστερή κυβέρνηση της «ΕΛΙΑΣ», με Πρωθυπουργό τον πρώην ευρωκομμουνιστή Μάσιμο Ντ’Αλέμα και Υπουργό τον Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι, αποφάσισε να αποκόψει το 30% της κρατικής ENEL (το ανάλογο της σημερινής Δ.Ε.Η.), προκειμένου να της δοθεί η ρευστότητα και η δυνατότητα να επεκταθεί σε άλλες χώρες. Σήμερα, μετά από 15 χρόνια, η νέα ENEL έχει τετραπλάσια κέρδη σε σχέση με το 1998 (από 12 δις το 1999 σε 48 δις έσοδα το 2013) και δραστηριοποιείται σε 40 χώρες. Έτσι, σ’ εμάς στην Ελλάδα τίθεται το κορυφαίο ερώτημα: Εμείς δεν θέλουμε η δική μας Δ.Ε.Η. αντί να είναι μια εσωστρεφής εταιρεία που θα συρρικνώνεται, επικεντρωμένη μόνο στην ελληνική πραγματικότητα, να ανοίξει τα φτερά της στις γειτονικές χώρες, στα Βαλκάνια; Δεν θέλουμε να διδαχθεί από το πετυχημένο πείραμα της ENEL;
Το τελευταίο διάστημα νέοι «παίχτες» από διαφορετικούς κλάδους μπαίνουν στο παιχνίδι της αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΛΤΑ, ιδιωτικές επιχειρήσεις ενέργειας κλπ). Πόσο επιτυχημένο θεωρείτε ότι μπορεί να καταστεί το άνοιγμα της ηλεκτρικής αγοράς ενέργειας με το μοντέλο που υπάρχει αυτή τη στιγμή;
Πιστεύω βαθιά στην πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας για την χώρα μας. Ως Υπουργός ΠΕΚΑ στήριξα όλες τις πρωτοβουλίες για το όραμα της ευρωπαϊκής «Ενεργειακής Ένωσης», ένα όραμα που αν υλοποιηθεί όπως σχεδιάζεται θα προσφέρει φθηνά ενεργειακά προϊόντα στους Έλληνες πολίτες, διασύνδεση με τις γειτονικές χώρες στο πλαίσιο της Κοινοτικής Αλληλεγγύης, σημαντικές επενδύσεις στον κλάδο και δημιουργία πολλών χιλιάδων θέσεων εργασίας. Το Target Model στο οποίο κατευθυνόμαστε πρέπει να υλοποιηθεί γρήγορα και σωστά και όχι με τις γνωστές ιδεολογικές στρεβλώσεις της κυβέρνησης.
Πρόσφατα ψηφίστηκε και ο νόμος για τις ΑΠΕ. Οι φορείς της αγοράς εκφράζουν την ικανοποίησή τους από το νέο νομοθετικό πλαίσιο, η ΔΕΗ αντιδρά ενώ από την άλλη είναι νωπές ακόμη οι μνήμες από την αποτυχία των πλάνων του παρελθόντος.
Στις ΑΠΕ όλη η Ευρώπη (περιλαμβανομένης της Ελλάδας) υπέστη τις συνέπειες των παιδικών ασθενειών ενός νέου κλάδου με την πικρή γεύση των υπερβολικών Feed-in Tariffs που οδήγησαν είτε σε υπερβολικές αυξήσεις των τιμολογίων των καταναλωτών, είτε σε «κούρεμα» της ταρίφας. Σε αρκετές χώρες (Γερμανία, Μεγ. Βρετανία, Ισπανία, κ.ά.) είχαμε και μεγάλες χρεοκοπίες πολλών δις € ενεργειακών κολοσσών, ιδιαίτερα στα φωτοβολταϊκά. Σήμερα, απαιτείται μια ισορροπία που θα διασφαλίζει από τη μια την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση των πολιτών και της ΔΕΗ, αλλά και τη βιωσιμότητα των ενεργειακών επενδύσεων. Οι ΑΠΕ μαζί με τα ανεξερεύνητα εθνικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων (κυρίως το φυσικό αέριο), αποτελούν το μεγάλο γεωπολιτικό και αναπτυξιακό όπλο της χώρας, προκειμένου να υπερβούμε την Ελλάδα των μνημονίων και των δανεικών και να δημιουργήσουμε την Ελλάδα των μεγάλων δομικών μεταρρυθμίσεων, της απασχόλησης και του Προοδευτικού Πατριωτισμού, την Ελλάδα της εθνικής αυτοπεποίθησης, της Εξωστρέφειας, της Καινοτομίας, του Κοσμοπολιτισμού και της Επιχειρηματικότητας.
Να σταθούμε στα φωτοβολταϊκά. Θεωρείτε ότι η αγορά είναι ώριμη προκειμένου να αποφευχθούν οι αστοχίες του παρελθόντος;
Πιστεύω ότι σήμερα η αγορά φωτοβολταϊκών με την εξέλιξη της τεχνολογίας και τη μείωση του κόστους, είναι πια ώριμη από όλες τις πλευρές, ώστε να μην γίνουν τα λάθη του παρελθόντος. Όλοι έχουμε χρέος να βοηθήσουμε, προκειμένου αυτό να γίνει πράξη.