Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΚΑΙ ΤΕΡΑΤΩΔΕΣ*

ΤΟ ΚΚΕ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟ (ΚΑΙ) ΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
Του ΑΝΔΡΕΑ ΖΑΦΕΙΡΗ
Εδώ και 15 χρόνια έχει αναπτυχθεί στο εσωτερικό του ΚΚΕ μια πλούσια συζήτηση σχετικά με την ιστορία του ελληνικού και παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Η συζήτηση αυτή δεν είναι  θεωρητική , ουδέτερη, αλλά  «επενδύει ιδεολογικά» τακτικές επιλογές της τρέχουσας περιόδου.
Με αφορμή την επέτειο για τα 70 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκητων Λαών (9 Μάη 1945), η ΚΕ του ΚΚΕ εξέδωσε διακήρυξη, όπου με άμεσο τρόπο θέτει σε αμφισβήτηση το σύνολο της «γραμμής» της περιόδου 1934-1945, χρεώνοντας ουσιαστικά την ήττα , όχι μόνο στην Ελλάδα  αλλά ευρύτερα, όχι στον υποκειμενικό παράγοντα, όπως ήταν σε γενικές γραμμές η αντίληψη μέχρι και πρόσφατα, αλλά στο σύνολο της στρατηγικής της περιόδου, που
«… στηρίχθηκε στην Απόφαση της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής (1934), στις αποφάσεις της ΚΔ (7ο Συνέδριο) και του 6ου Συνεδρίου του ΚΚΕ το 1935».
Δυστυχώς όμως ο συντάκτης της διακήρυξης καταφεύγει σε γενικεύσεις που αδικούν την ιστορική πραγματικότητα. Εάν , για παράδειγμα, υπεύθυνη για την ήττα ήταν η στρατηγική της περιόδου, τότε γιατί αυτή στρατηγική εφαρμόστηκε διαφορετικά από χώρα σε χώρα;
Αλλιώς στην Ελλάδα, αλλιώς στην Ιταλία, τη Γιουγκοσλαβία ή τη Βουλγαρία;
Στη Βουλγαρία, για παράδειγμα, οι κομμουνιστές, με επικεφαλής τον Γκ.Ντιμιτρόφ, το Φεβρουάριο του 1945, όταν στην Ελλάδα υπογραφόταν η Βάρκιζα, εκτελούσαν τρεις αντιβασιλείς, όλα τα μέλη των τριών τελευταίων κυβερνήσεων, βουλευτές του Κοινοβουλίου, τον επικεφαλής του στρατού και επιφανείς δημοσιογράφους, δίνοντας τη χαριστική βολή στο προηγούμενο καθεστώς.
Αντιλαμβανόμενος αυτή την ανεπάρκεια του θεωρητικού του σχήματος, και προκειμένου να τη καλύψει, ο συντάκτης της διακήρυξης δυστυχώς καταφεύγει σε μια άστοχη κίνηση. Αναπαραγάγει, πιθανά χωρίς επίγνωση, τα κλασικά επιχειρήματα της αστικής ιστοριογραφίας , που εξηγούσαν την νίκη των Λαικών Δημοκρατιών με βάση τη παρουσία του Κόκκινου Στρατού.
«…η αντιφασιστική πάλη οδήγησε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας μόνο σε χώρες της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης, χάρη στην καθοριστική υποστήριξη των λαϊκών κινημάτων από τον Kόκκινο Στρατό…»
Κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει τη βοήθεια που έδωσε η παρουσία του Κόκκινου Στρατού. Όμως η αστική ιστοριογραφία «ξεχνάει» συνειδητά μερικές λεπτομέρειες:
Ο Κόκκινος Στρατός δεν βρισκόταν σε όλες τις χώρες. Δε βρισκόταν στην Αλβανία, δε βρισκόταν στη Γιουγκοσλαβία και βέβαια δε βρισκόταν στη Κίνα. (Την οποία περιέργως λησμονεί και η διακήρυξη).
Σε αυτές τις χώρες τα Κομμουνιστικά Κόμματα επικράτησαν, με οδηγό της στρατηγική της περιόδου, χωρίς τη βοήθεια της ΕΣΣΔ.
Το τι έγινε στη συνέχεια είναι μια συζήτηση που υπερβαίνει αυτό το κείμενο, αλλά η αντίληψη ότι τις Λαϊκές Δημοκρατίες δημιούργησαν κυρίως οι λόγχες του Σοβιετικού Στρατού, πέρα από το ότι υποτιμά όχι μόνο ταιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε χώρας (και του υποκειμενικού παράγοντα σε κάθε μια ξεχωριστά), πέρα από το ότι υποτιμά τις τεράστιες θυσίες των κομμουνιστών και σε αυτές τις χώρες (στη Γιουγκοσλαβία, στο τέλος του πολέμου, τα 2/3 των μελών του Κόμματος είχαν θυσιαστεί στις μάχες), ενισχύει έμμεσα την αντίληψη ότι σε αυτές τις χώρες έγινε Σοβιετική κατοχή.
Η συζήτηση για τα όρια μεταξύ τακτικής και στρατηγικής και μεταξύ τακτικής και συμβιβασμού ,δεν είναι καινούρια στο κομμουνιστικό κίνημα. Από πολύ νωρίς εμφανίστηκαν στο εσωτερικό του αντιλήψεις που «έσβηναν»τα όρια αυτά, και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Το λενινιστικό ρεύμα, ένα από τα πολλά ρεύματα (και το πιο πετυχημένο σε επίπεδο αποτελεσμάτων) προσπάθησε να ισορροπήσει σε μια αντίληψη όπου η τακτική, όντας διακριτή, θα υπηρετεί τη στρατηγική, χωρίς να εκπίπτει σε συνολικό συμβιβασμό. Δεν πέτυχε πάντα σε αυτή του την προσπάθεια.
Είναι αυτονόητο  ότι οποιοσδήποτε μπορεί και οφείλει να κάνει κριτική , στο ρεύμα αυτό. Είναι όμως ατυχές η κριτική στο λενινιστικό μοντέλο να  γίνεται στο όνομα του Λένιν.  Εξ ίσου ατυχές με το να γίνεται η κριτική στη περίοδο 1935-45 στο όνομα του Ζαχαριάδη.
Σήμερα, μπροστά στις δυσκολίες της περιόδου, ο ιδεολογικός και πολιτικός αναχωρητισμός στη σφαίρα της καθαρότητας, δίνει διέξοδο στους Γόρδιους Δεσμούς. Σε αυτή τη σφαίρα η τακτική και η στρατηγική ταυτίζονται.
Το 1918, ο Λένιν έγραψε ένα μικρό σημείωμα με τίτλο *«Περίεργο και τερατώδες». Εκεί ασκεί κριτική στην απόφαση πού πήρε, το Φλεβάρη του ΄18, το Γραφείο περιοχής Μόσχας του κόμματος των Μπολσεβίκων, να« μη πειθαρχήσει στην απόφαση της ΚΕ που θα είχαν σχέση με την εφαρμογή της συνθήκης ειρήνης με την Αυστρία και τη Γερμανία».
Εκεί ο Λένιν , απαντώντας σε μια σειρά ζητημάτων, θέτει, με τη γνωστή του ειρωνεία,  και το θέμα  της σκοπιμότητα των συμβιβασμών.
« Η σοσιαλιστική δημοκρατία που βρίσκεται ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δε θα μπορούσε, σύμφωνα με αυτές τις απόψεις, να κλείσει καμιά οικονομική συμφωνία, δε θα μπορούσε να υπάρχει, παρά μόνο αν πετούσε στο φεγγάρι».
20 χρόνια μετά η Σοβιετική εξουσία έπρεπε, ξανά, να επιλέξει: ή να «πετάξει προς το φεγγάρι» ή να επιλέξει μια στρατηγική ελιγμών, όπως κωδικοποιήθηκε στο 7ο Συνέδριο.
Ή την παράδοση εξ αρχής («προς το συμφέρον της διεθνούς επανάστασης είναι σκόπιμο να δεχτούμε μια στρατιωτική ήττα της Σοβιετικής εξουσίας» τόνιζε η αριστερή πτέρυγα των μπολσεβίκων το ΄18)  ή την υιοθέτηση μιας γραμμής, που μέσα από σωρεία αντιφάσεων, θα μπορούσε πιθανά να οδηγήσει στη νίκη.
Επέλεξε. Και νίκησε.