Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

Το Άργος κατά τον 19ο αιώνα – Δημητρίου Βαρδουνιώτη


Το κάστρο του Άργους, W. Lindon 1856.
Στην εφημερίδα ΙΝΑΧΟΣ και στο 2ο φύλλο της 6ης Ιανουαρίου του 1901, διαβάσαμε το πιο κάτω άρθρο του Δικηγόρου και ιστορικού Δημητρίου Βαρδουνιώτη που αναφέρεται στο Άργος κατά τον 19ο αιώνα και το οποίο δημοσιεύουμε, θεωρώντας ότι το σύντομο αλλά μεστό κείμενό του, σκιαγραφεί πιστά την κατάσταση της πόλης εκείνο τον καιρό.

Όπως όλη η Ελλάς, ούτω και το
 Άργος, από των αρχών του αιώνος μέχρι του 1821 διετέλει εν τω ζόφω της δουλείας. Ο κατά το 1806 περιηγηθείς την ΕλλάδαΣατωβριάνδος εύρε την πόλιν χωρίον καθαρώτερον και ζωηρότερον των λοιπών της Πελοποννήσου, αλλά τας γαίας ακαλλιέργητους και ηρημωμένας, τα δε όρη άδενδρα και ζοφερά.Νομίζομεν, ότι θα ήτο ωραίον, χρήσιμον δε εις διαφώτισιν της καθόλου Ελληνικής Ιστορίας, αν ήδη, λήξαντος του 19ου αιώνος, εκάστη εφημερίς έγραφεν εν γενικαίς έστω γραμμαίς την εκατονταετηρίδα του
τόπου, εν ω εκδίδοται. Βεβαίως εν τω στενώ χώρω ενός άρθρου δεν είνε δυνατή ούτε περίληψις καν γεγονότων αιώνος όλου, αλλά μία σκιαγραφία δεν θα ήτο ποτέ περιτ­τή. Ημείς τουλάχιστον ρίπτομεν την ιδέαν και κάμνομεν την αρχήν.
Οι Τούρκοι κατώκουν εις τας ωραιοτέρας συνοικίας της πόλεως, οι δ’ έγκριτοι πλησίον του κατόπιν Καποδιστριακού δημοτικού σχολείου. Ανατολικώς αυτού έκειτο το διοικητήριον, εν τω οποίω κατώκει ο Καϊμακάμης της επαρχίας, και άλλα δημόσια καταστήματα, το τζαμίον και θερμά λουτρά και το περιλάλητον σεράγιον του πλουσιωτάτου Αλήμπεη. Εκ δε των Ελλήνων δύο ήσαν αι επιφανέστατοι οικογένειαι, αι των αδελφών Περρούκα και Βλάσση, ων μέλη μετέσχον και της φιλικής Εταιρίας.
Άμα τη εκρήξει του Ιερού Αγώνος ανεδείχθη οπλαρχηγός και πολιτικός αρ­χηγός της Επαρχίας ο Δημήτριος Τσόκρης, ο τω 1875 τελευτήσας υποστρά­τηγος και υπ’ αυτόν οι Αργείοι μετέσχον πολλών μαχών. Αλλά το Άργος εγένετο θέατρον του πολέμου και πολλών εμφυλίων και αναρίθμητων συμφορών, ως και μεγάλων εθνικών γεγονότων, διότι ήτο σχεδόν ο ομφαλός της Πελοποννήσου και εγγύς του Ναυπλίου, της τότε πρωτευούσης της Ελλάδος.
Ενταύθα τη 30 Νοεμβρίου 1821 συνήλθεν η πρώτη Εθνική συνέλευσιςσυγκληθείσα υπό του Δημ. Υψηλάντου, τω 1822 υπήρξεν η έδρα της γενικής διοικήσεως, τον Οκτώβριον 1823 συνήλθε το νομοθετικόν σώμα, τον Ιούλιον 1829 η Δ’ Εθνική συνέλευσις και τον Δεκέμβριον 1831 η τελευταία, η λήξασα εν Πρόνοια του Ναυπλίου.
Ο θάνατος του Κυβερνήτου υπήρξε δυστύχημα μέγα δια την Ελλάδα εν γένει, μέγιστον δε δια το Άργος. Διότι την πόλιν ημών ηυνόησεν εξαιρέτως ο αοίδιμοςΚαποδίστριας και συν άλλοις ήγειρεν εν αυτή ναούς, σχολεία, στρα­τώνα και άλλα οικοδομήματα, ίδρυσε δε ενταύθα και Πρωτοδικείον. Επί των ημερών αυτού εγκατεστάθησαν και κατώκησαν επί πολλά έτη ενταύθα και έκτισαν και οικίας, έτι και νυν σωζομένας διασημότατοι δημόσιοι άνδρες, ως ο Σπυρ. Τρικούπης, οΔημ. Καλλέργης και ο Γ.Α. Ράλλης.
Μετά τον θάνατον του Κυβερνήτου το Άργος κατέστη το θέατρον της α­ναρχίας, ήτις ελυμήνατο την πατρίδα μέχρι της ελεύσεως του Όθωνος. Ενταύ­θα ήδρευε το Γ’ Τμήμα της κυβερνησάσης την Πελοπόννησον υπό την αρχηγίαν του Θ. Κολοκοτρώνη Στρατιωτικής Επιτροπής και τον Ιανουάριον 1833 συνέβη η φοβερά σφαγή των Αργείων υπό του Γαλλικού στρατού του Μαιζώνος, ήτις υπήρξεν ανεξάλειπτος ιστορική κηλίς δια τε τους σφαγείς και τους εν Ναυπλίω αρχομανείς ραδιούργους.
Ο βασιλεύς Όθων υπήρξε και αυτός ευεργετικός δια το Άργος απ’ αρχής της βασιλείας του. Το εν Σερεμετίω μέχρι του 1862 διατηρηθέν Ιπποφορβείον, τα παρά τον Ερασίνον πυριτουργεία, τα καταστραφέντα τω 1868, η φυτουργία της χώρας εκείνης και τα παρά την Λέρνην ερειπιωθέντα ήδη πα­ραρτήματα του εν Ναυπλίω Οπλοστασίου, ουκ ολίγον συνετέλεσαν εις την πρόοδον της πόλεως ημών, εν η τω 1837 υπήρξεν έκτακτος η ακμή. Αρκεί μόνον να σημειώσωμεν, ότι η πόλις είχε τότε Ελληνικόν σχολείον υπό την διεύθυνσιν του λογιωτάτου αρχιμανδρίτου Σεραφείμ Ιππομάχη, εις ο εφοίτων 600 περίπου μαθηταί. Υπήρχε δε και τυπογραφείον και πλούτος και ευμάρεια.
Από της συστάσεως του βασιλείου το Άργος εγένετο Α τάξεως δήμος και πρωτεύουσα της ομωνύμου επαρχίας, κατά δε τον πληθυσμόν η πρώτη πόλις του νομού. Εκκλησιαστικώς απετέλεσε μετά του Ναυπλίου την αρχιεπισκοπήν Αργολίδος. Και μέχρι μεν του 1862 είχεν Επαρχείον, Ειρηνοδικείον, σχολεία μέχρι Σχολαρχείου, Ταχυδρομείον, Στρατιωτ. σώμα Ιππικού, εδρεύον ενταύθα και υπομοιραρχίαν. Από δε του 1862 απέκτησε και Τηλεγραφείον και δεύτε­ρον Ειρηνοδικείον και από του 1873 Ταμείον, Οίκον Εφορίαν, υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης, όπερ όμως κατηργήθη κατόπιν, και τελευταίως Ειδικόν Πταισματοδικείον και διτάξιον Γυμνάσιον.
Τω 1883 συνέστη και νέον τυπο­γραφείον και εξεδόθη η πρώτη πολιτική εφημερίς υπό τον τίτλον «Δαναός». Το τυπογραφείον όμως εκείνο μετά δύο έτη διελύθη, ως και το μετ’ αυτό συστηθέν, ήδη δε υπάρχει το τρίτον τοιούτο, συστηθέν από δωδεκαετίας. Ά­ξιον δε σημειώσεως είνε, ότι ουδεμίαν ήδη πολιτικήν εφημερίδα συντηρεί η πόλις, εν ω καταναλίσκονται εν αυτή καθ’ εκάστην 250 περίπου φύλλα των Αθηναϊκών. Πέντε τοιαύται, αλλεπαλλήλως εκδοθείσαι, ο Δαναός, ο Ερασίνος, το Φορωνικόν άστυ, το Άργος και ο Αγαμέμνων, δεν ηδυνήθησαν να μονιμοποιηθώσι.
Κατά δε τα τελευταία έτη συνεστήθησαν και Σύλλογοι τινες, η Φιλαρμονική, ο Εμποροβιομηχανικός, ο Δραματικός, ο Δαναός και ο νεώτατος πάντων Ίναχος, εξ ων όμως διατηρούνται ήδη μόνον οι δύο τελευταίοι, εκδίδοντες περιο­δικώς και ομώνυμους εφημερίδας, και η αναδιοργανουμένη Φιλαρμονική. Τέ­λος, εκτός των ναών της Παναγίας Κοιμήσεως και Βράχου, οίτινες υπήρχον και επί της τελευταίας Ενετοκρατίας, κατά τον 19ον αιώνα εκτίσθησαν και πάντες, οι νυν ναοί της πόλεως, ων περίβλεπτοι είνε ο του Αγίου Ιωάννου και ο νυνμητροπολιτικός του Αγίου Πέτρου, αρχιεπισκόπου Άργους.
Πολιτικούς άνδρες εγέννησε το Άργος, εκτός του στρατηγού Δ. Τσόκρη, τον επί Καποδιστρίου έτι γερουσιαστήν, έξοχον επί παιδεία και πολιτική αρετή και δολοφονηθέντα ενταύθα τω 1851 Δημ. Περρούκαν και τους Βλάσσηδες μετά δε το 1843 τον Ανδρέαν Δανόπουλον, πολλάκις βουλευτήν και κατά το 1852 υπουργόν των Εσωτερικών, τον Α. Λαμπρινίδην, Ν. και Γ. Τσόκρην, Ανδρ. Ζαήμην, Λεων. Ζωγράφον, Αγγ. Γεωργαντά και άλλους. Δήμαρχοι δε Άργους ανεδείχθησαν κατά καιρούς οι εξής. Πρώτος από της συστάσεως των δήμων ο Χρήστος Βλάσσης, όστις ύστερον εγένετο και γερουσιαστής και μετ’ αυτόν οι Γεώργιος Τσόκρης, αδελφός του στρατηγού, Κ. Ροδόπουλος, Κ. Βόκος, Ιω. Βλάσσης, Λ. Λαμπρινίδης και Πέτρος Διβάνης. Από δε του 1866 οι Μιχ. Πασχαλινόπουλος, Μιχ. Παπαλεξόπουλος, Σπ. Μαλμούχος, Χ. Μυστακόπουλος και ο νυν Εμμ. Ρούσσος.
Και εις το εμπόριον και την βιομηχανίαν διέπρεψαν οι Αργείοι. Χιλιάδες τούτων έχουν εγκατασταθή εν Αθήναις, Πειραιεί, Αιγύπτω και αλλαχού και διακρίνονται επί επιφανεία και πλούτω. Επίσης δε και εις τας επιστήμας ανε­δείχθησαν ιατροί, φαρμακοποιοί και πολλοί νομικοί, ων τινες ανήλθον και εις τα ύπατα επιστημονικά και δικαστικά αξιώματα.
Αξιοπερίεργον εν τούτοις είνε ότι μόνο η φιλολογία και θεολογία δεν εύρον ενταύθα  οπαδούς. Ο επικρατών όμως χαρακτήρ των Αργείων είνε, ότι είνε λαός κυρίως κτημα­τικός και γεωπόνος. Διεκρίθη επί φιλοπονία εκαλλιέργησε και εφυτούργησε το ανατολικόν και νότιον Αργολικόν πεδίον, μεταξύ των φυτειών του οποίου εξέχουσιν η σταφίς, η άμπελος και η ελαία και το οποίον είνε εύφορον εις παραγωγήν παντός είδους καρπών, συντηρεί δε και κτηνοτροφίαν.
Ως προς τα πολιτικά του φρονήματα ο λαός του Άργους υπήρξεν ανέκαθεν φιλοβασιλι­κός και φιλήσυχος. Εκτός του ευεργέτου Καποδιστρίου ον δικαίως ελάτρευεν, ηγάπα και τον Όθωνα και κατά την εκθρόνισιν αυτού ουδέν σχεδόν έλαβε μέρος ενεργόν.
Μόνον πολίται τινές τη 11 Οκτωβρίου 1862 εθανάτωσαν αγριώτατα τον ενταύθα υπομοίραρχον Γεώργ. Μπαρμπέταν, τον σπάνιον εκεί­νον στρατιώτην δια την πίστιν εις τον όρκον και τον ηρωισμόν εις το καθήκον του. Ωσαύτως δε αγαπά και τον Γεώργιον, αείποτε συντηρητικός και φιλόνο­μος. Παρετηρήθη έτι, ότι εν τη ενασκήσει των πολιτικών δικαιωμάτων του ο τόπος αυτός από του 1862 δεν είνε εγωιστής, ούτε υπερήφανος. Εισήγαγεν εν τη επαρχία συν άλλοις και την γενικήν πολιτογράφησιν και εξελέξατο αντι­προσώπους του, άλλοθεν καταγομένους, ου ένεκα παρωνομάσθη ελευθέρα Κέρκυρα.
Η πόλις οικοδομικώς ολίγον προώδευσεν. Απέκτησε μεν καλάς τινός οικο­δόμος, αλλά δύναται να εύρη τις ακόμη και εργαστήρια, από Τουρκοκρατίας κτισθέντα, ως και κατοίκους με τα παλαιά τραχύτατα ήθη.
Είνε όμως τόπος υγιεινός εν γένει με τον εξόχως ωραίον ορίζοντα αυτού. Έχει δύο κεντρικάς πλατείας και τινας οδούς καλάς. Έχει δε και ουκ ολίγα βιομηχανικά καταστή­ματα, αμαξοπηγεία, σιδηρουργεία και εργοστάσια υφαντουργίας, οινοπνευματοποιίας και ατμομύλου. Υδρεύεται τέλος εκ φρεάτων και εκ του ύδατος του Ερασίνου, διοχετευομένου προ ετών δι’ υδραγωγείου κτιστού και εν μέρει σιδηρών σωλήνων.
Το Άργος δεν προώδευσε μολαταύτα αρκούντως εν συνόλω κατά τον λή­ξαντα ήδη αιώνα. Και δια τούτο εξαιρέσει ολίγων πλουσίων και τοκιστών, ο εκ 10.000 περίπου κατοίκων σημερινός πληθυσμός αυτού δυσπραγεί κατά το μάλλον και ήττον, μειονεκτεί δ’ εν πολλοίς των κατοίκων πολλών άλλων Ελλη­νίδων πόλεων.
Από το περιοδικό « ελλέβορος» του 1988, ανιχνεύσαμε την πιο κάτω συμπλήρωση που καταθέτει ο Δικηγόρος και ιστορικός Βασίλης Δωροβίνης, σε σχετικό άρθρο του.
Συμπλήρωση Βαρδουνιώτη (από το 3ο φύλλο του «Ινάχου»): στο σημείο « ένθα ο λόγος ότι το Αργολικόν πεδίον συντηρεί και κτηνοτροφίαν, παρελήφθη η περικοπή εις την ανάπτυξιν της οποίας οφείλεται και η κατά τον Μάιον του 1899 ενεργηθείσα εν Άργει πρώτη Ελληνική κτηνοτρο­φική έκθεσις, επιμελεία της Ελλην. Βιοτεχνικής Εταιρείας και υπό την προστασίαν του Βασιλέως».
Πρόκειται για την Α’ Πανελλήνια Γεωργοκτηνοτροφική Έκθεση, που οργα­νώθηκε στους Στρατώνες Καποδίστρια και στις γύρω πλατείες και είχε πανελ­λήνια απήχηση. Ο Βασιλιάς Γεώργιος Α’ έμεινε, τότε, στο Άργος επί δύο μέρες.
   
Πηγές


  • Εφημερίδα «Ίναχος», αριθ. 2, Άργος 6 Ιανουαρίου 1901.
  • Περιοδικό «Ελλέβορος» , τεύχος 5, Άργος, 1988.