Το «Κτήμα που βλέπει στη θάλασσα» είναι μία δημιουργική απάντηση στην παρούσα κρίση. Η ιστορία αφορά τον αγώνα κάποιων νέων ανθρώπων να σταθούν όρθιοι ενώ όλα γύρω τους καταρρέουν εξαιτίας της χρεοκοπίας της χώρας. Με αφορμή ένα πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στο σχολείο τους, οι νεαροί απόφοιτοι τεχνικής σχολής αποφασίζουν να στήσουν σε συνεταιριστική βάση μία αγροτουριστική μονάδα στο εγκαταλειμμένο κτήμα της οικογένειας ενός συμμαθητή τους που βρίσκεται σ’ έναν λόφο πάνω από μία από τις ωραιότερες παραλίες της Αργολίδας. Η προσπάθειά τους όμως δεν συναντά μόνο τις αναμενόμενες πρακτικές δυσκολίες κάθε αντίστοιχου εγχειρήματος. Κυρίως έχει να αντιμετωπίσει τις νοοτροπίες και συμπεριφορές που οδήγησαν τη χώρα στην παρούσα κρίση. Επομένως, οι νεαροί συνεταίροι εκτός από τους ποικίλους και – συχνά εχθρικούς εξωτερικούς – παράγοντες, έχουν να αντιμετωπίσουν και τους ίδιους τους εαυτούς τους και τον τρόπο που μεγάλωσαν τα προηγούμενα χρόνια, τα χρόνια του παρασιτικού καταναλωτισμού και της γενικευμένης ανευθυνότητας. Επειδή όμως κανένα επιμέρους εγχείρημα δεν συντελείται σε «συνθήκες εργαστηρίου», αλλά στην πραγματική ζωή, παράλληλα με την καθεαυτό αφήγηση της δημιουργίας της αγροτουριστικής μονάδας, ο αναγνώστης παρακολουθεί τις γενικότερες τοπικές, εθνικές και διεθνείς εξελίξεις μέσα από τους τίτλους ειδήσεων του ηλεκτρονικού τύπου. Μολονότι, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι συχνά εμπνευσμένα από πραγματικές εμπειρίες και γεγονότα, το «Κτήμα που βλέπει στη θάλασσα» είναι – δυστυχώς (!)- μία πέρα για πέρα φανταστική αφήγηση. Ίσως τελικά το μόνο πραγματικό πρόσωπο στην ιστορία να είναι η μυστηριώδης γυναικεία μορφή που επεμβαίνει κάθε φορά για να δώσει λύσεις σε προβλήματα και να προλάβει δυσάρεστες εξελίξεις. Όσο για το ίδιο το Κτήμα, είναι κι αυτό πραγματικό, αρκεί να το πιστέψουμε!
Ο Τάσος Χατζηαναστασίου γεννήθηκε στη Λευκωσία της Κύπρου το 1965. Σπούδασε Ιστορία και Φιλοσοφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 1998 υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα: «Ένοπλες ομάδες αντίστασης κατά της βουλγαρικής Κατοχής της Ανατ. Μακεδονίας και της Δυτ. Θράκης, 1941-1944», το μεγαλύτερο μέρος της οποίας δημοσιεύτηκε το 2003 με τίτλο: «Αντάρτες και Καπετάνιοι, Η εθνική αντίσταση κατά της βουλγαρικής κατοχής της Ανατ. Μακεδονίας και της Θράκης, 1942-1944» ενώ, ειδικά για τα γεγονότα της Δράμας, έχει συγγράψει μαζί με τον Δ. Πασχαλίδη, τη μονογραφία: «Τα γεγονότα της Δράμας Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1941, εξέγερση ή προβοκάτσια;» που το 2004 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Άλλα έργα του: Το Ηφαίστειο του Αίμου, τα Βαλκάνια μετά τον Ψυχρό Πόλεμο (1992), Το άλλο σχολείο, πρόταση για μια παιδεία χωρίς αποκλεισμούς από την εμπειρία διδασκαλίας στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση (2001), Το σύμπλεγμα της ήττας, Κύπρος και Μεταπολίτευση (2004) και Το σχολείο είναι γυρισμένο ανάποδα. Η γλωσσική διδασκαλία στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και τα κείμενα των μαθητών της (2011). Επίσης, έχει μεταφράσει από τα ισπανικά την ομιλία του Τσε Γκεβάρα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1964 με τίτλο: «Πατρίδα ή θάνατος» καθώς και το «Μανιφέστο της Καρθαγένης» του Σιμόν Μπολίβαρ. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, του Παλέρμου και της Κύπρου. Από το 2009 ζει και εργάζεται ως φιλόλογος στο Ναύπλιο.