Θέμα : Έκθετη και υπόλογη η
Κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος για
την απόφαση διάσπασης και ξεπουλήματος
της Αγροτικής Τράπεζας.
Σύμφωνα
με τα σημερινά δεδομένα προκύπτει ότι
το κόστος του ελληνικού
Δημοσίου από
τη μεταβίβαση της «καλής» Αγροτικής
Τράπεζας, που είχε υπολογισθεί σε 6,67
δις κατά την προσωρινή αποτίμηση
(27-7-2012) και σε 7.474.717.000 ευρώ κατά την
οριστική αποτίμηση (23-1-2013), τελικά
κόστισε περισσότερα από 9 δις ευρώ, λόγων
αρχικών «συντηρητικών υποθέσεων» από
την Τράπεζα της Ελλάδας.
Από
τις απαντήσεις, που δόθηκαν σε ερώτηση
του Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Νίκου
Χουντή από τον αρμόδιο
επίτροπο οικονομικών και
νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ Olli Rehn,
προκύπτουν σοβαρές ευθύνες της
Διοίκησης της Τράπεζας της Ελλάδος που
έχει την αρμοδιότητα και τη δικαιοδοσία
για την έκδοση των σχετικών αποφάσεων.
Την
ίδια στιγμή που με 4,9 δισ. θα μπορούσε
να είχε γίνει η απαραίτητη ανακεφαλαιοποίηση
της Αγροτικής Τράπεζας(βάσει των
εκτιμήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος
στα τέλη του 2012) τελικά κόστισε στους
έλληνες φορολογούμενους, πέρα από την
απώλεια της ίδιας της ΑΤΕ, περισσότερα
από 9 δις ευρώ. Δηλαδή με πολύ λιγότερα
κεφάλαια, η Αγροτική
Τράπεζα θα μπορούσε να ανακεφαλαιοποιηθεί,
να παραμείνει ως Δημόσια Τράπεζα και
να αναπροσανατολιστεί ώστε να συμβάλλει
στην ανάπτυξη της ελληνικής αγροτικής
οικονομίας και των μικρομεσαίων
επιχειρήσεων.
Αυτό
συνέβη γιατί στο επίσημο ποσό των
7.470.717.000 ευρώ (διαφορά ενεργητικού και
παθητικού κατά την οριστική αποτίμηση
της ΑΤΕ στις 28-1-2013) δεν είχαν συνυπολογισθεί
«570.000.000 ευρώ για κεφαλαιακή ενίσχυση,
300.000.000 ευρώ από το κέρδος της πώλησης
των ομολόγων στο Ελληνικό Δημόσιο,
200.000.000 ευρώ από την υπεραξία των μετοχών
που κατείχε η ΑΤΕ (επενδυτικό χαρτοφυλάκιο),
που μεταβιβάσθηκαν στην Τράπεζα
Πειραιώς, αλλά και μέρος των προβλέψεων
της ΑΤΕ, το σύνολο των οποίων στις
30-6-2012 ήταν 3,1 δισεκατομμύρια ευρώ».
Με
βάση την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας
για την ανακεφαλαιοποίηση και την
αναδιάταξη του τραπεζικού τομέα, που
βασίσθηκε στη διαγνωστική μελέτη της
Black
Rock
για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η
ΑΤΕ θα μπορούσε να είχε ανακεφαλαιοποιηθεί
με 4,92 δισ. ευρώ και, λαμβάνοντας υπόψη
τις υπεραξίες ομολόγων και μετοχών από
τον Δεκέμβριο του 2011 έως τον Δεκέμβριο
του 2012, με 3,8 δισ. ευρώ.
Κατόπιν
των παραπάνω ερωτάται ο αρμόδιος
Υπουργός:
- Γιατί επιλέχθηκε η «ακριβότερη» λύση της διάσπασης της ΑΤΕ σε «καλή» και «κακή» και πώλησης της «καλής» στη Τράπεζα Πειραιώς από την οικονομικότερη λύση της ανακεφαλαιοποίησης της και της συνέχισης της αυτόνομης λειτουργίας της ;
- Γιατί αποφασίσθηκε να μεταβιβαστεί σε ιδιωτική τράπεζα το υγιές τμήμα της Αγροτικής με αποτέλεσμα τελικά να εξαφανισθεί η Αγροτική Τράπεζα, που θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής αγροτικής οικονομίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων;
- Πώς έγινε ο διαχωρισμός προβλέψεων, ύψους περίπου 3,1 δισεκατομμύρια EUR, μεταξύ της «καλής» και της «κακής» ΑΤΕ ;
- Τι προτίθεται να πράξει το Ελληνικό Δημόσιο για την ζημία που υπέστη (απώλεια κερδών) από τις «λάθος εκτιμήσεις» του εκτιμητή;
- Δεδομένου ότι σημαντικό μέρος των κερδών για την Τράπεζα Πειραιώς από την εξαγορά της ΑΤΕ προέκυψαν από κέρδος πώλησης των ομολόγων στο Ελληνικό Δημόσιο καθώς και από άλλες αποφάσεις (Υποεκτιμήσεις) του Ελληνικού Δημοσίου, αυτό δεν αποτελεί έμμεση επιδότηση της Τράπεζας Πειραιώς από το Ελληνικό Δημόσιο;