Ο
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ
ΙΑΚΩΒΟΣ
Β’
Πρὸς
Τὸ
χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
«Ἀδελφοί
μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητοί» (Ἰακ. α’ 16)
«Χ
ρ ι σ τ ὸ ς Ἀ ν έ σ τ η»
«Οὐρανοὶ
μὲν ἐπαξίως εὐφραινέσθωσαν, γῆ δὲ ἀγαλλιάσθω· ἑορταζέτω δὲ κόσμος, ὁρατός τε ἅπας
καὶ ἀόρατος. Χριστὸς γὰρ ἐγήγερται, εὐφροσύνη αἰώνιος» ἀναφωνεῖ ἀγαλλόμενος ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, καὶ συμπληρώνει ὁ
«Χρυσορρήμων Πατὴρ» τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «νὰ
λοιπόν, ἔφθασε ἡ ποθητὴ γιὰ μᾶς καὶ σωτήρια ἑορτή, ἡ ἀναστάσιμη μέρα τοῦ Κυρίου
μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προϋπόθεση τῆς εἰρήνης, ἡ ἀφορμὴ τῆς συμφιλίωσης, ἡ
κατάργηση τοῦ θανάτου...».
Πράγματι,
μᾶς διαβεβαιώνει καὶ ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος, «ἡ χαρμόσυνη μέρα τῆς Ἀναστάσεως
τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ αἰτία κάθε χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης», διότι διαλύει τὰ σκότη
στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, διώχνει τὸν φόβο ἀπὸ τὴ ζωή μας, νικάει τὸν θάνατο,
χαρίζει ἐλπίδα στοὺς ἀσθενεῖς, παρηγορεῖ τοὺς ἀπελπισμένους, τοὺς ἀδικημένους,
τοὺς πτωχούς, τοὺς ὀρφανούς, τοὺς δυστυχισμένους καὶ πονεμένους.
Ἡ Ἐκκλησία
μας, ὡς Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, εἶναι ἡ μοναδικὴ κιβωτὸς σωτηρίας, ἀφοῦ
ὁ Θεάνθρωπος Ἱδρυτής της, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀναγεννάει τοὺς
πάντες, «νεοποιεῖς τοὺς γηγενεῖς …» ψάλλουμε στὸν κανόνα τῆς ἑορτῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ
ἴδιος ὁ Κύριός μας στὴν Ἀποκάλυψη μᾶς λέγει «ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα» (Ἀποκ. κα’ 5).
Ἑπομένως,
ὁ Ἀναστὰς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς καλεῖ σὲ μιὰ νέα ζωὴ λουσμένη στὸ φῶς τῶν
Εὐαγγελικῶν ἀρετῶν, «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν
ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματ. ε΄ 16),
καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς προτρέπει «ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους» δηλαδή,
νὰ διώξουμε μακριὰ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες
μας, τὸν ἀτομισμό, τὴν πλεονεξία, τὴν ἀπληστία, τὴ βία, τὴν ἀδιαφορία καὶ τὴ
σκληρότητα μπροστὰ στὸν πόνο καὶ στὴν ὀδύνη
τῶν συνανθρώπων μας, «καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. ιγ’ 12),
δηλαδὴ, ἐνισχυμένοι μὲ τὰ ζωοποιὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴ Μετάνοια καὶ τὴ
Θεία Εὐχαριστία, νὰ ζήσουμε τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς,
τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ φωτὸς καὶ «ὡς τέκνα φωτός» ( Ἐφ. ε’ 8 ), μὲ τὸ παράδειγμά
μας νὰ φωτίζουμε καὶ μὲ τὴν ἀγάπη μας νὰ θερμαίνουμε τὶς καρδιὲς τῶν ἀδελφῶν
μας, ποὺ ἰδιαίτερα σήμερα τόσο ὑποφέρουν γύρω μας.
Ἔτσι ἔζησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.
Εἶναι αὐτοὶ οἱ ταπεινοὶ συνοδοιπόροι τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστημένου Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἀφοῦ ἀνέβηκαν τὸν Γολγοθᾶ τους καὶ
«συσταυρώθηκαν» μαζί Του, ἀπαρνούμενοι τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες τους, ἔγιναν
δι᾿ αὐτοῦ τοῦ τρόπου μέτοχοι καὶ τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεώς Του.
Ἂς
τοὺς ἀκολουθήσουμε καὶ ἂς περιπατήσουμε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μας «ἐν καινότητι
ζωῆς» (Ρωμ. στ’ 4), ὥστε μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά μας νὰ διακηρύττουμε, πρὸς
κάθε κατεύθυνση «ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως» χαρίζοντάς μας τὴν εἰρήνη Του «τὴν
πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» (Φιλ. δ’ 7) καὶ τὴν ἀληθινὴ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, δῶρα τὰ
ὁποῖα περιμένει ἡ σημερινὴ ταραγμένη οἰκογένεια, ἡ συγχισμένη νεότητα καὶ γενικὰ ἡ ταλαιπωρημένη ἀνθρωπότητα
ἀπὸ τοὺς πολέμους, τὶς βιαιότητες καὶ τὶς ἀδικίες.
Ἄς μᾶς ἀξιώσει ὁ Ἀναστὰς Κύριος νὰ ζήσουμε κατ᾿
αὐτὸν τὸν τρόπο, καὶ καταυγαζόμενοι ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεώς Του νὰ ψάλλουμε μὲ
ἀνεκλάλητη ἀγαλλίαση τὸν ἐπινίκιο ὕμνο τῆς Λαμπροφόρου αὐτῆς Ἡμέρας:
Χριστὸς
Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν
χαρισάμενος.
Διάπυρος
πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα
Εὐχέτης Ὑμῶν
Ὁ
Μητροπολίτης Αργολίδας Ιάκωβος