Του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου
Ο εκδοτικός οίκος «Εκ Προοιμίου», μετά την επιτυχημένη έκδοση «Άργος το Πολυδίψιον » του συγγραφέα - φιλολόγου Οδυσσέα Κουμαδωράκη, παραδίδει στην κυκλοφορία για το πιστό αναγνωστικό του κοινό, άλλο ένα εξαίρετο πόνημα του ίδιου συγγραφέα με τίτλο «Στα χνάρια του χθες». Το βιβλίο αυτό έρχεται να προστεθεί και να εμπλουτίσει την ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων του παραπάνω εκδοτικού οίκου που διευθύνει ο εκδότης Παναγιώτης Ουλής.
Οι ιστορικές αναδρομές, που φτάνουν καμιά φορά μέχρι την αρχαία μυθολογία, και η εικόνα μιας κοινωνίας φτωχής αλλά υπερήφανης, με αρκετά λαογραφικά, οικονομικά και άλλα στοιχεία συνθέτουν το πνευματικό προϊόν μιας επίπονης και δημιουργικής αναζήτησης τριών χρόνων. Κάθε παραδοσιακό επάγγελμα έχει την ιστορία του και πολλά μαζί διαμορφώνουν τον ιστό της κοινωνίας μιας παλιότερης εποχής, όπου τα τεχνολογικά δεδομένα και το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων ήταν χαμηλού επιπέδου. Αυτό είναι το αντικείμενο του βιβλίου. Το βιβλίο πλαισιώνεται με δεκάδες φωτογραφίες που τεκμηριώνουν την περιγραφή των επαγγελμάτων και των εθιμικών παραδόσεων στα κείμενα του συγγραφέα.
Συνομιλώντας με τον συγγραφέα Οδυσσέα Κουμαδωράκη μας είπε για το βιβλίο και τη γενικότερη έρευνά του: «Κάποτε οι γονείς αγωνιούσαν μην τους πεθάνει κανένα παιδί από την πείνα – ιδίως την κατοχή – και κοίταζαν να δώσουν κανένα κορίτσι σε πλουσιόσπιτο στην κοντινή πόλη σαν ψυχοκόρη, που έκανε όλες τις δουλειές και την είχανε δουλάκι. Πολλά αγόρια στην Αργολίδα βόσκανε κοπάδια με αμοιβή το φαγητό τους κι ένα μικρό συμβολικό χαρτζιλίκι στο τέλος της χρονιάς. Στην κατοχή ένα Αργειτάκι σαλαγούσε όλη τη μέρα το μουλάρι με το τυφλοπάνι στο μαγκανοπήγαδο με αμοιβή ένα βραστό αβγό και μια φετούλα ψωμί. Αυτά ήτανε τα «κοπέλια», οι υπηρέτες ή δουλάκια, κάτι ανάλογο με τους φαμέγιους στην Κρήτη».
Τα όποια ιδιάζοντα τοπικά πολύμορφα στοιχεία, βιώματα και εμπειρίες εθνοχαρακτηριστικών της περιοχής, ίσως να αποτελέσουν μελλοντικά αντικείμενο έρευνας για ιστορικούς και λαογράφους και να ενταχθούν στα εθνικά εθιμικά στερεότυπα. Αξίζει να καταγραφεί η άποψη του Παναγιώτη Ουλή, υπεύθυνου των εκδόσεων «Εκ Προοιμίου», γι αυτή την έκδοση που είναι από τις μοναδικές στο είδος τους για την ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας:
«Στην εξαντλητική συγγραφική περιπλάνηση αυτού του έργου, βήμα προς βήμα ο συγγραφέας, τινάζοντας απαλά – σχεδόν θωπευτικά- τη σκόνη του παρελθόντος, σαν εικαστικός καλλιτέχνης, αναδύει λησμονημένες στιγμές μικροϊστορίας, θέλοντας να ανασυνθέσει τη συλλογική μας μνήμη, μέσα από μια συμβολική περιπλάνηση στο χρόνο και την ιστορία μας. Με έναν γλαφυρό, ρέοντα λόγο, μας μεταφέρει σε άλλες εποχές, που παραμένουν σιωπηλές σε κάποια κρυμμένη πτυχή της ψυχής μας».
Ακόμα όμως μια σημαντική εκδοτική κατάθεση, είναι το νέο βιβλίο του κοινωνιολόγου - εκπαιδευτικού Γεωργίου Κόνδη «Τετράδιο Πολέμου 1940» που έρχεται να προστεθεί στην ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων, που αφορούν κυρίως στην τοπική ιστορία και παράδοση, των εκδόσεων «Εκ προοιμίου».
Στις σελίδες ενός κιτρινισμένου και φθαρμένου τετραδίου που χρόνια κρατούσε κρυμμένο στο μπαούλο του ο Δημήτριος Ι. Σιώτος από τα Σταθέϊκα Άργους, είχε φυλαγμένες τις σκληρές αναμνήσεις μιας ολόκληρης εποχής. Κληρωτός του 1936, στην επιστράτευση του Οκτωβρίου 1940, εντάχθηκε στον 10ο Λόχο του 8ου Συντάγματος Πεζικού που είχε έδρα το Ναύπλιο.
«Στις 23/11/40 το βράδι εξεκίνησε όλο το σύνταγμα να φύγει πήραμε έναν ατραπό δρόμο ένας πίσω τον άλλον μέσα σε κάτι ρεματιές και σε κάτι δάση που δεν έβλεπες ούτες θεό από τις οξιές. Δο να μίνουμε κι να φθάσουμε που να μίνουμε άλος έπεφτε δόθε άλος γλίστραγε κίθε από τις λάσπες και την κακοτοπιά…».
Έτσι ξεκινάει η μακρά πορεία στο μέτωπο.
Ο Δημήτριος Σιώτος με τα λιγοστά γράμματα της Δ΄ Δημοτικού καταγράφει το έπος της Αλβανίας με ένα πηγαίο λόγο, απλό και απέριττο. Η ιστορία του μπορεί να είναι η ιστορία κάθε στρατιώτη εκείνων των ημερών. Στις σελίδες του τετραδίου του, παρουσιάζονται οι κακουχίες και οι περιπέτειες ενός στρατού που κλήθηκε να υπερασπίσει την πατρίδα του σ’ έναν πόλεμο που κήρυξαν απροκάλυπτα οι δυνάμεις του άξονα.
Περιγράφοντας την πεζοπορία προς το μέτωπο, ο Δημήτριος Σιώτος κατορθώνει με την αμεσότητα και την απλότητα της γλώσσας να μας δώσει εξαιρετικές εικόνες μιας δραματικής έντασης και ενός απίστευτου βαθμού δυσκολίας που ενισχύει στα μάτια μας την αίσθηση ηρωισμού των μαχητών αυτών.
Τη σημερινή εποχή που η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός, απαξιώνονται σε διεθνές επίπεδο, και οι λίβελλοι εξ αιτίας του χρέους, μας έχουν καταστήσει περίγελο στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που με την πολιτισμική τους σφραγίδα και την ερευνητική τους πένα, αποδεικνύουν πως υπάρχει μια άλλη Ελλάδα που μπορεί να μην διακρίνεται εύκολα, αλλά αν την ψάξεις και την αναζητήσεις έχει πολλά να σου δώσει. Είναι η Ελλάδα εκείνων που αφιερώνουν τη ζωή τους για να φέρουν στο φως άγνωστες πτυχές της ιστορίας του λαού μας, που σήμερα εντέχνως κάποιοι επιδιώκουν να ξεχώσουμε.
Ο εκδοτικός οίκος «Εκ Προοιμίου» που δραστηριοποιείται κυρίως στην αρχαιότερη πόλη της Ελλάδος, το Αργος, με τις δυο αυτές εκδόσεις του αυτό ακριβώς μας υπενθυμίζει: Την Ελλάδα που αγαπάμε, την Ελλάδα που διδαχθήκαμε, την Ελλάδα που δεν της αξίζει η σημερινή κατάντια.
Ο εκδοτικός οίκος «Εκ Προοιμίου», μετά την επιτυχημένη έκδοση «Άργος το Πολυδίψιον » του συγγραφέα - φιλολόγου Οδυσσέα Κουμαδωράκη, παραδίδει στην κυκλοφορία για το πιστό αναγνωστικό του κοινό, άλλο ένα εξαίρετο πόνημα του ίδιου συγγραφέα με τίτλο «Στα χνάρια του χθες». Το βιβλίο αυτό έρχεται να προστεθεί και να εμπλουτίσει την ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων του παραπάνω εκδοτικού οίκου που διευθύνει ο εκδότης Παναγιώτης Ουλής.
Οι ιστορικές αναδρομές, που φτάνουν καμιά φορά μέχρι την αρχαία μυθολογία, και η εικόνα μιας κοινωνίας φτωχής αλλά υπερήφανης, με αρκετά λαογραφικά, οικονομικά και άλλα στοιχεία συνθέτουν το πνευματικό προϊόν μιας επίπονης και δημιουργικής αναζήτησης τριών χρόνων. Κάθε παραδοσιακό επάγγελμα έχει την ιστορία του και πολλά μαζί διαμορφώνουν τον ιστό της κοινωνίας μιας παλιότερης εποχής, όπου τα τεχνολογικά δεδομένα και το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων ήταν χαμηλού επιπέδου. Αυτό είναι το αντικείμενο του βιβλίου. Το βιβλίο πλαισιώνεται με δεκάδες φωτογραφίες που τεκμηριώνουν την περιγραφή των επαγγελμάτων και των εθιμικών παραδόσεων στα κείμενα του συγγραφέα.
Συνομιλώντας με τον συγγραφέα Οδυσσέα Κουμαδωράκη μας είπε για το βιβλίο και τη γενικότερη έρευνά του: «Κάποτε οι γονείς αγωνιούσαν μην τους πεθάνει κανένα παιδί από την πείνα – ιδίως την κατοχή – και κοίταζαν να δώσουν κανένα κορίτσι σε πλουσιόσπιτο στην κοντινή πόλη σαν ψυχοκόρη, που έκανε όλες τις δουλειές και την είχανε δουλάκι. Πολλά αγόρια στην Αργολίδα βόσκανε κοπάδια με αμοιβή το φαγητό τους κι ένα μικρό συμβολικό χαρτζιλίκι στο τέλος της χρονιάς. Στην κατοχή ένα Αργειτάκι σαλαγούσε όλη τη μέρα το μουλάρι με το τυφλοπάνι στο μαγκανοπήγαδο με αμοιβή ένα βραστό αβγό και μια φετούλα ψωμί. Αυτά ήτανε τα «κοπέλια», οι υπηρέτες ή δουλάκια, κάτι ανάλογο με τους φαμέγιους στην Κρήτη».
Τα όποια ιδιάζοντα τοπικά πολύμορφα στοιχεία, βιώματα και εμπειρίες εθνοχαρακτηριστικών της περιοχής, ίσως να αποτελέσουν μελλοντικά αντικείμενο έρευνας για ιστορικούς και λαογράφους και να ενταχθούν στα εθνικά εθιμικά στερεότυπα. Αξίζει να καταγραφεί η άποψη του Παναγιώτη Ουλή, υπεύθυνου των εκδόσεων «Εκ Προοιμίου», γι αυτή την έκδοση που είναι από τις μοναδικές στο είδος τους για την ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας:
«Στην εξαντλητική συγγραφική περιπλάνηση αυτού του έργου, βήμα προς βήμα ο συγγραφέας, τινάζοντας απαλά – σχεδόν θωπευτικά- τη σκόνη του παρελθόντος, σαν εικαστικός καλλιτέχνης, αναδύει λησμονημένες στιγμές μικροϊστορίας, θέλοντας να ανασυνθέσει τη συλλογική μας μνήμη, μέσα από μια συμβολική περιπλάνηση στο χρόνο και την ιστορία μας. Με έναν γλαφυρό, ρέοντα λόγο, μας μεταφέρει σε άλλες εποχές, που παραμένουν σιωπηλές σε κάποια κρυμμένη πτυχή της ψυχής μας».
Ακόμα όμως μια σημαντική εκδοτική κατάθεση, είναι το νέο βιβλίο του κοινωνιολόγου - εκπαιδευτικού Γεωργίου Κόνδη «Τετράδιο Πολέμου 1940» που έρχεται να προστεθεί στην ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων, που αφορούν κυρίως στην τοπική ιστορία και παράδοση, των εκδόσεων «Εκ προοιμίου».
Στις σελίδες ενός κιτρινισμένου και φθαρμένου τετραδίου που χρόνια κρατούσε κρυμμένο στο μπαούλο του ο Δημήτριος Ι. Σιώτος από τα Σταθέϊκα Άργους, είχε φυλαγμένες τις σκληρές αναμνήσεις μιας ολόκληρης εποχής. Κληρωτός του 1936, στην επιστράτευση του Οκτωβρίου 1940, εντάχθηκε στον 10ο Λόχο του 8ου Συντάγματος Πεζικού που είχε έδρα το Ναύπλιο.
«Στις 23/11/40 το βράδι εξεκίνησε όλο το σύνταγμα να φύγει πήραμε έναν ατραπό δρόμο ένας πίσω τον άλλον μέσα σε κάτι ρεματιές και σε κάτι δάση που δεν έβλεπες ούτες θεό από τις οξιές. Δο να μίνουμε κι να φθάσουμε που να μίνουμε άλος έπεφτε δόθε άλος γλίστραγε κίθε από τις λάσπες και την κακοτοπιά…».
Έτσι ξεκινάει η μακρά πορεία στο μέτωπο.
Ο Δημήτριος Σιώτος με τα λιγοστά γράμματα της Δ΄ Δημοτικού καταγράφει το έπος της Αλβανίας με ένα πηγαίο λόγο, απλό και απέριττο. Η ιστορία του μπορεί να είναι η ιστορία κάθε στρατιώτη εκείνων των ημερών. Στις σελίδες του τετραδίου του, παρουσιάζονται οι κακουχίες και οι περιπέτειες ενός στρατού που κλήθηκε να υπερασπίσει την πατρίδα του σ’ έναν πόλεμο που κήρυξαν απροκάλυπτα οι δυνάμεις του άξονα.
Περιγράφοντας την πεζοπορία προς το μέτωπο, ο Δημήτριος Σιώτος κατορθώνει με την αμεσότητα και την απλότητα της γλώσσας να μας δώσει εξαιρετικές εικόνες μιας δραματικής έντασης και ενός απίστευτου βαθμού δυσκολίας που ενισχύει στα μάτια μας την αίσθηση ηρωισμού των μαχητών αυτών.
Τη σημερινή εποχή που η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός, απαξιώνονται σε διεθνές επίπεδο, και οι λίβελλοι εξ αιτίας του χρέους, μας έχουν καταστήσει περίγελο στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που με την πολιτισμική τους σφραγίδα και την ερευνητική τους πένα, αποδεικνύουν πως υπάρχει μια άλλη Ελλάδα που μπορεί να μην διακρίνεται εύκολα, αλλά αν την ψάξεις και την αναζητήσεις έχει πολλά να σου δώσει. Είναι η Ελλάδα εκείνων που αφιερώνουν τη ζωή τους για να φέρουν στο φως άγνωστες πτυχές της ιστορίας του λαού μας, που σήμερα εντέχνως κάποιοι επιδιώκουν να ξεχώσουμε.
Ο εκδοτικός οίκος «Εκ Προοιμίου» που δραστηριοποιείται κυρίως στην αρχαιότερη πόλη της Ελλάδος, το Αργος, με τις δυο αυτές εκδόσεις του αυτό ακριβώς μας υπενθυμίζει: Την Ελλάδα που αγαπάμε, την Ελλάδα που διδαχθήκαμε, την Ελλάδα που δεν της αξίζει η σημερινή κατάντια.